Δυο μήνες μετά τη σύλληψή μου και αφού αστυνομία και δημοσιογράφοι εξάντλησαν τον εναντίον μου μονόλογο, πιστεύω ότι πρέπει να ξεκαθαρίσω δημόσια κάποια πράγματα. Στις 24 Σεπτέμβρη και περίπου 9 χρόνια αφότου αναγκάστηκα να παραβιάσω την αναστολή μου, με συνέλαβαν έξω από το σπίτι μου στο Βόλο μαζί με τη γυναίκα μου Μαρία Θεοφίλου μπροστά στα μάτια των δυο νήπιων παιδιών μας. Επειδή τα ψέματα της αστυνομίας και των δημοσιογράφων ξεκίνησαν δυο χρόνια πριν τη σύλληψή μου και επειδή ανάμεσά τους βάζουν τόση αλήθεια όση χρειάζεται για να γίνουν πιστευτά νιώθω την ανάγκη να εξηγήσω δημόσια κάποια πράγματα.
Είναι αλήθεια ότι έχω συμμετάσχει σε κάποιες ληστείες τραπεζών, όμως όχι σε όσες με κατηγορούν ή σκοπεύουν να με κατηγορήσουν. Οι ληστείες στις οποίες συμμετείχα ήταν πάντα πολύ καλά οργανωμένες και απαιτούσαν πολύμηνο σχεδιασμό οπότε δε θα μπορούσα – ακόμα κι αν το ήθελα – να εμπλέκομαι σε τόσες πολλές. Παρ’ όλα αυτά από επιλογή περιοριζόμουν σε όσες ήταν απαραίτητες για να επιβιώσω και να διαφυλάξω την ασφάλειά μου στη δύσκολη, απαιτητική και για πρακτικούς λόγους πολυέξοδη ζωή που είναι αναγκασμένος να κάνει κάποιος καταζητούμενος.
Η αρχική μου επιλογή να ακολουθήσω αυτό το δρόμο ήταν μια ενστικτώδης απόφαση που είχα πάρει σε νεαρή ηλικία απέναντι στην αδικία και την καταπίεση που εκφράζουν οι τράπεζες. Από πολύ νωρίς γνώρισα στη ζωή μου τη βία και το κυνηγητό της εξουσίας σε πολλές μορφές. Το ξέρω πως έτσι επιβαρύνω τη θέση μου όμως δεν μπορώ να μην πω πως όσα χρόνια και να με κλείσουν στα μπουντρούμια τους εγώ δε θα μπορέσω να καταλάβω γιατί είναι κακό να κλέβει κάποιος τις τράπεζες που είναι υπεύθυνες για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας. Δεν έχω πειράξει ποτέ μου ιδιώτη, δεν έχω κλέψει ποτέ μου φτωχό, και οι ληστείες στις οποίες συμμετείχα ήτανε πάντα έτσι σχεδιασμένες ώστε να μην ανοίξει ρουθούνι πολίτη ή αστυνομικού.
Η αστυνομία και οι δημοσιογράφοι με παρουσιάζουν σαν κάποιον που βρίσκει πολύ διασκεδαστικό να πυροβολεί κατά αστυνομικών, φιλοτεχνώντας ένα προφίλ που απέχει απ’ την πραγματικότητα. Η ικανότητα ενός ληστή είναι να γνωρίζει και να μπορεί να αποφύγει όλες τις πιθανές συμπλοκές, και με αυτή την έννοια θεωρώ τον εαυτό μου ικανό ληστή. Το γεγονός ότι εδώ και περίπου μια δεκαετία που είμαι κυνηγημένος δεν έχει ανοίξει ούτε ρουθούνι εξ’ αιτίας μου ενώ δε χρειάστηκε να ρίξω ούτε ένα πυροβολισμό στον αέρα, είναι κάτι για το οποίο μπορώ να υπερηφανεύομαι αφού δεν έγινε κατά τύχη. Έγινε επειδή πάντα έπαιρνα όλα τα απαραίτητα μέτρα, στα οποία περιλαμβάνονται και κάποιες φαινομενικά «ακραίες επιλογές» όπως ο «προκλητικά» βαρύς οπλισμός που λειτουργεί αποτρεπτικά σε επίδοξους «ήρωες».
Η ακατανόητη επιθυμία της αστυνομίας και συγκεκριμένα της αντιτρομοκρατικής να εκφράσει στο πρόσωπό μου την περιβόητη σύνδεση «ποινικών-τρομοκρατών» και η προσπάθειά της να παρουσιάσει τις δυο πλευρές σαν αιμοβόρα τέρατα, μου κόστισε το καλοκαίρι του 2014 μια αναπάντεχη και ανεπιθύμητη δημοσιότητα, χάρη στην οποία πληροφορήθηκα μαζί με τους υπόλοιπους τηλεθεατές ότι είμαι το «δεξί χέρι» του Μαζιώτη και ότι έχω λάβει μέρος σε ληστεία στο Χολαργό το 2008 κατά τη διάρκεια της οποίας μάλιστα έχασε τη ζωή του ένας αστυνομικός. Και αυτά είναι μόνο δυο από τα δεκάδες ψέματά τους.
Έχω γνωρίσει αναρχικούς αγωνιστές στις δυο προηγούμενες φυλακίσεις μου και έχω συνδεθεί φιλικά με κάποιους απ’ αυτούς. Εκτιμώ τους αναρχικούς, σέβομαι τον αγώνα τους, τους θεωρώ το πιο ευαίσθητο κομμάτι της κοινωνίας και πιστεύω ότι έχουν το δίκαιο με το μέρος τους. Όμως δεν ασχολούμαι με την πολιτική, διάλεξα το δικό μου μοναχικό δρόμο ενώ η μοναδική μου σχέση με επαναστατικές οργανώσεις είναι πως όπως όλοι οι άνθρωποι χαίρομαι όταν κάνουν κάποιο χτύπημα. Όσο αφορά το δικαστήριο που διεξάγεται αυτήν την περίοδο και αφορά την δράση του Επαναστατικού Αγώνα, η μόνη «κατηγορία» που αποδέχομαι παρά την απουσία αξιόπιστων στοιχείων, είναι αυτή της συμμετοχής μου σε ληστεία της Eurobank στην Ακράτα, η οποία φυσικά ουδεμία σχέση έχει με τον Νίκο Μαζιώτη και γενικότερα τον Επαναστατικό Αγώνα.
Με κατηγορούν ότι είμαι εγκληματίας επειδή έκλεβα τράπεζες που είναι υπεύθυνες για όλα τα κακά του κόσμου. Αν όμως είμαι εγώ εγκληματίας τότε τι είναι αυτοί που προκειμένου να με συλλάβουν έστρεψαν τα όπλα τους εναντίον των παιδιών μου σημαδεύοντας τα; Αν είμαι εγώ εγκληματίας τότε τι είναι αυτοί που για να εκδικηθούν εμένα φυλάκισαν τη σύντροφο της ζωής μου Μαρία Θεοφίλου – χωρίς να φταίει σε τίποτα – στερώντας από τα παιδιά μας και τους δυο γονείς στην πιο ευαίσθητη και τρυφερή τους ηλικία;
Παράλληλα ο οικογενειακός μου φίλος Θ.Α. αντιμετωπίζει μια άδικη προφυλάκιση καθώς στα πλαίσια της φιλικής μας σχέσης νοίκιασε για λογαριασμό μου ένα σπίτι πράγματι «υποθάλπτοντας» με, αλλά χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τα όπλα που είχα κρύψει στη αυλή και τα οποία ήταν τόσο καλά θαμμένα που ακόμη και η αστυνομία έσκαβε μια εβδομάδα για να τα εντοπίσει.
Πριν κλείσω αυτή τη δημόσια επιστολή μου θέλω να εκφράσω τη θλίψη μου για το χαμό του αδελφικού μου φίλου Σπύρου Δραβίλα ο οποίος είχε πάρει την απόφαση να μην ξαναπέσει στα χέρια τους αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά και με τον πιο συνταρακτικό τρόπο πως πάντα ότι έλεγε το εννοούσε. Ο Σπύρος θα ζει στις καρδιές όλων όσων είχαμε την τύχη να μας τιμήσει με τη φιλία του.
Γιώργος Πετρακάκος, 7/12/2015, Ειδική πτέρυγα γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού.
Πηγή: athens.indymedia