Αγγελική Σπυροπούλου ‘ΔΙΧΩΣ ΙΧΝΟΣ ΜΕΤΑΜΕΛΕΙΑΣ’

Τα βιώματα είναι η μαγιά της εξέλιξης τόσο σε πολιτικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Το πέρασμα από τη φυλακή είναι μλια σχεδόν αναπόφευκτη εμπείρια για όποιον έχει αποφασίσει να περάσει στον ένοπλο αγώνα. Το ζήτημα όμως είναι, όπως και με κάθε εμπειρία, το αν και το πώς θα την αξιοποιήσεις.

  Η γέννηση της φυλακής ανέκαθεν βασιζόταν στην καλλιέργεια και στη διαιώνιση της διασφάλισης της υποταγής όσων δεν συμμορφώνονται στα προκαθορισμένα πρότυπα της κοινωνίας. Υπαρνουν, ωστόσο κάποιοι που η επιθυμία για ελευθερία καίει στην καρδιά τους με τρόπο που δεν τους επιτρέπει ουτε μία στιγμή της παραμονής τους στη φυλακή να δεχτούν το ρόλο που τους επέβαλλαν ως κομμάτι του σωφρονιστικού αυτοματισμού. Σε ό,τι αφορα αυτους τους ανθρώπους η φυλακή αποτυγχάνει παταγωδώς το σκοπό της, καθώς παρά τους τοίχους και τα κάγκελα που ορθώνονται γύρω τους αιχμαλωτίζοντας το κορμί τους, οι ίδιοι παραμένουν ανυπότακτοι και ουσιαστικά ελεύθεροι. Ούτε η ψυχή ούτε το πνεύμα χωράνε σε κλουβιά.

  Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Πρώτα απ’όλα ως αναρχικοί που έχουμε κηρύξει πόλεμο σε όλες τις εκφάνσεις του σύγχρονου πολιτισμένου κόσμου γνωρίζουμε καλά πως για να γίνουμε επικίνδυνοι χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα. Το ένοπλο ήταν, είναι και θα παραμείνει αναπόσπαστο κομμάτι του πολύμορφου αναρχικού αγώνα. Η θεωρεία είναι αναμφισβήτητα ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο που αποκτά όμως το αυθεντικό του νόημα μόνο όταν αποτυπώνεται στην αντίστοιχη πράξη. Είναι απαραίτητο να θεσπίσουμε μία σαφέστατη διαχωριστική γραμμή μεταξύ του εχθρού και των εαυτών μας, καθώς η απελευθέρωση από το σύστημα απαιτεί και την έμπρακτη άρνησή του. Η αντίσταση δεν μπορεί να σταματά εκεί που αρχίζει ο ποινικός κώδικας.

  Δυστυχώς το βόλεμα και ο ιδεολογικοποιημένος φόβος που είναι διάχυτος στο μεγαλύτερο κομμάτι του ευρύτερου αναρχικού χώρου αποτελεί τη βάση της σύγχρονης πολιτικής θεωρίας. Αυτή η ακατάπαυστη φλυαρία και η ακίνδυνη δήθεν επαναστατική ρητορεία που ενστερνίζεται κομμουνιστικά προτάγματα ρέποντας όλο και περισσότερο στον εναλλακτισμό και στο ρεφορμισμό, το μόνο που καταφέρνει είναι να παράγει και να αναπαράγει μία κριτική του καναπέ η οποία αφενός απομακρύνεται συνεχώς από τις αναρχικές ιδέες και αξίες και αφετέρου είναι ,σαφώς, παντελώς ανίκανη να συντελέσει στην καλλιέργεια ενός γόνιμου εδάφους που να προωθεί την εξέλιξη του καθενός ξεχωριστά αλλά και συλλογικά. Είναι πραγματικά οξύμωρο και τραγικό συνάμα πως ενώ η καταστολή οξύνεται παρατηρούμε συγχρόνως μια ειρήνευση του επίσημου αναρχικού χώρου.

  Βέβαια η κατάσταση που επικρατεί δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για κανέναν, εφόσον όλοι όσοι προερχόμαστε από τους κόλπους αυτού του χώρου, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα δίλημμα. Είτε θα παραμείνουμε στάσιμοι διατηρώντας την κατάσταση ως έχει, είτε θα επιλέξουμε να την ξεπεράσουμε. Όσο τα άτομα που έρχονται σε επαφή με την αναρχία δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, δεν καθορίζουν δυναμικά και αποφασιστικά οι ίδιοι το πώς θέλουν να ενσαρκώσουν τα προτάγματά της, παρά αφήνονται σε έναν ανμφισβήτητα πολύ βολικό για όλους λήθαργο, γίνονται υποκείμενα βουβά τα οποία γνωρίζουν κατά βάθος το μέγεθός της απραξίας τους και κατά και κατά συνέπεια προσαρμόζουν την σκέψη τους στη σκέψη όσων έχουν περισσότερη ‘εμπειρία’ ή αναγνωρισιμότητα και η οποία σκέψη προφανώς δεν θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα ανατρεπτική εφόσον αποσκοπεί στη διατήρηση της υπάρχουσας άτυπης ιεραρχίας που όλοι ξέρουμε ότι λιμνάζει μέσα στο ‘χώρο’.

  Επιπλέον είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή η εμμονή των περισσότερων ‘ανρχικών’ με την εύρεση ενός ‘επαναστατικού υποκειμένου’. Συχνά είναι η κοινωνία που αναγάγεται σε ‘επανσταστικό υποκείμενο’. Μια μάζα δηλαδή,  ανθρώπων που αδυνατεί να ξυπνήσει από τον ήσυχο ύπνο των σταθερών βεβαιοτήτων που παρέχει η κανονικότητα της συνήθειας, της ρουτίνας και του βολέματος. Προσωπικά, αρνούμαι να επιτρέψω στους συμβιβασμούς και στην ακινησία της μάζας να εμποδισουν το πέρασμά μου στην πράξη. Άλλωστε η ίδια η ουσία, η δομή τηε σύγχρονης κοινωνίας με τους θεσμούς, τους ρόλους και τις αξίες της που διέπουν την κάθε είδους ανθρώπινη σχέση και μας υπαγορεύουν το πώς να σκεφτόμαστε και το τι να αισθανόμαστε αναγάγοντας τη μετριότητα σε ύψιστη αρετή δηλητηριάζει την κάθε μέρα, το κάθε λεπτό της ύπαρξής μου. Η καθημερινότητα γεμίζει μηχανικές κινήσεις που επαναλαμβάνονται συνεχώς σε ένα βαρετό φόντο περιμένοντας απλώς κάποια στιγμή να διακοπούν οριστικά από το θάνατο και τότε το μόνο που έχει απομείνει είναι το απέραντο κενό του ανικανοποίητου. Κάπως έτσι είναι δομημένη η πραγματικότητα και αποδεικνύεται αμετακίνητη στην ουσία της, γεγονός που την καθιστά εντελώς ανυπόφορη για εμένα.

  Στα πλαίσια της απόφασης να απειλήσεις έμπρακτα και άμεσα το statuw quo αυτής της πραγματικότητας βρίσκεται και η απελευθέρωση των φυλακισμένων συντρόφων. Η απόφαση της απόδρασης ενισχύει τη διαχρονική επιλογή της μη παράδοσης στον εχθρό, καθώς ο φυσικός περιορισμός που σου επιβάλλει η φυλακή δεν έχει την ικανότητα να μειώσει σε λενταση το πάθος για ελευθερία που καίει στην καρδιά κάθε εξεγερμένου, ούτε είναι σε θέση να κάμψει την επιθυμία του να συνεχίσει να επιτίθεται τόσο στην εξουσία και τους μηχανισμούς της όσο και στην εθελόδουλη μάζα που με την υποτακτικότητα και την αδράνειά της διαμορφώνει ένα περιβάλλον ησυχίας, ομοιομορφίας, νομιμοφροσύνης και καθωσπρεπισμού που ισοπεδώνει την κάθε ατομικότητα και εκμηδενίζει την παραμικρή πιθανότητα απελευθέρωσης από τα δεσμά που μας έχουν επιβληθεί.

  Ποιά θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι βαθύτερη, ουσιαστικότερη και ειλικρινέστερη ένδειξη αλληλεγγύης προς αυτούς τους συντρόφους, που χωρίς καμία μεταμέλεια αρνήθηκαν της δικαιοσύνη της εξουσίας επιλέγοντας να ανακτήσουν την ελευθερία τους για να συνεχίσουν τις εχθροπραξίες ενανίον της, από το να μοιραστείς την ενοχή που ενέχεται στο να συνωμοτήσεις μαζί τους βοηθώντας στο σπάσιμο της αιχμαλωσίας τους.

  Φυσικά κάθε επιλογή έχει και το αντίστοιχο κόστος, πόσο μάλλον όταν αυτή η επιλογή πληγώνει βαθιά το γόητρο του κράτους καθλως θλετει υπό σοβαρή αμφισβήτηση την φαινομενικά ανυπέρβλητη ισχύ του. Έτσι, αυτή τη φορά επιδεικνύοντας όλο το εκδικητικό του μένος προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα διάκοντας, συλλμβάνοντας και φυλακίζοντας συγγενείς των συντρόφων της Συνωμοσίας Χρήστου και Γεράσιμου Τσάκαλου και Γιώργου Πολύδωρου (Αθηνά Τσάκαλου, Εύη Στατήρη, Χρήστος Πολύδωρος), με την τραγελαφικη κατηγορία της ένταξης και συμμετοχής στην Οργάνωση. Πρόκειται για εναν απελπισμένο και συνάμα εξαιρετικά προκλητικό τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να κάμψει το ηθικό εκείνων που στα πρόσωπά τους αναγνωρίζει τον εσωτερικό εχθρό, τους αμετανόητους αναρχικούς τηε πράξης που όσα χρόνια κι αν προσθέσουν στις ποινές τους δεν σταματούν να επιτίθενται στην ουσία του είναι της δημοκρατίας, αψηφώντας κάθε συνθήκη. Παράλληλα με τη διεύρενση της καταστολής σε τέτοιο βαθμό, η κυριαρχία αποσκοπεί στη διάχυση του φόβου ώστε να γίνει σαφές πως κάθε είδους σχέση με όσους ανούνται να παραδώσουν τα όπλα τιμωρείται σκληρά, συνεπώς στοχεύει στην όσο το δυνατόν μεγαλύτεροη απομόνωση των πολιτικών κρατουμένων. Ωστόσο, όσο κι αν νομίζουν πως με τέτοιες πρακτικές υπάρχει το ενδεχόμενο να αποκηρύξουμε τις αναρχικές μας αξίες ή την άμεση δράση, γελιούνται. Για άλλη μια φορά το μόνο που πρόκειται να εισπράξουν είναι η απόλυτη περιφρόνησή μας και η πιο δυνατή οργή μας.

  Κλείνοντας, σε ό,τι αφορά την παρωδία που θα στηθεί στη δικαστική αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού, δεν έχω καμία διάθεση να υποδηθώ το ρόλο του θύματος του συστήματος καθότι αφενώς θεωρώ τιμή μου το ότι συμμετείχα στην απόπειρα απόδρασης των συντρόφων της ΣΠΦ και αφετέρου κάτι τέτοιο θα σήμαινε, τουλάχιστον, μια ψυχολογική υποταγή εκ μέρους μου μπροστά στο νόμο κ στην τάξη. Η κριτική του ποινικού κώδικα μου είναι παγερά αδιάφορη. Χίλιες φορές να γυρνούσα άλλωστε  το χρόνο πίσω, θα έκανα ξανά και ξανά την ίδια επιλογή ζωής γιατί μόνο αναπνέοντας ελεύθερα νιώθω ζωντανή.

Αγγελική Σπυροπούλου

Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού

14/02/2016