Αναδημοσίευση από detefabulablog.tk
Αυτά τα hotspot μπήκαν για πρώτη φορά στο τραπέζι τον Ιούνιο του 2015
ή, όπως ο Ευρωπαίος Επίτροπος το έθεσε:
«Έχω προσπαθήσει για περισσότερο από πέντε μήνες
να εξηγήσω τι είναι αυτό το hotspot».
Και η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για πολυμορφικού τύπου στρατόπεδα που θα πρέπει να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες -όχι βέβαια των προσφύγων και των μεταναστών αλλά- των κυρίαρχων με την ιεράρχηση των συμφερόντων έτσι όπως αυτή προκύπτει από την ιεραρχία ισχύος. Αυτός είναι και ο λόγος της «αφαιρετικής τους ταυτότητας». Η νομική θολούρα του όλου συστήματος δημιουργεί [όπως το έθεσε η ερευνήτρια νομικών θεμάτων Iside Gjergji] ένα είδος «προγραμματισμένου χάους», έναν «ασαφή νομικά και διαδικαστικά χώρο, έτσι ώστε οι ίδιες αυθαίρετες αποφάσεις μπορούν να συνεχίσουν να επιβάλλονται».
Δεν είναι τυχαίο ότι παράλληλα με αυτή τη διαδικασία γίνεται ήδη λόγος για την στρατιωτικοποίηση της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής. Με ανθρωπιστική προμετωπίδα την επιχείρηση διάσωσης Mare Nostrum στη Μεσόγειο, παράλληλα με τη διάσωση προσφύγων και μεταναστών, άρχισε να μην γίνεται διακριτή η ευθύνη μεταξύ του πολιτικού και του στρατιωτικού προσωπικού. Έτσι, η στρατιωτική παρουσία νομιμοποιήθηκε και αποτελεί σήμερα πυλώνα στην χάραξη της αντι-μεταναστευτικής πολιτικής. Αυτή είναι η λεγόμενη «παθητική στρατιωτικοποίηση» η οποία στα μέρη μας πραγματώνεται με την παρουσία του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο. Υπάρχει βέβαια και ένα άλλο επίπεδο στρατιωτικοποίησης το οποίο αφορά στη σχέση της στρατιωτικής βιομηχανίας με τα κέντρα που χαράζουν πολιτική. «Πρόκειται για μια σχέση που δημιουργείται σε βάθος χρόνου, προ δεκαετίας, είναι μια σχέση συνδιαλλαγής και διαπλοκής μεταξύ των οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων και των εκπροσώπων τους, και των Ευρωπαίων πολιτικών ηγετών, οι οποίοι ζούνε και ασκούνε πολιτική σε έναν χώρο που βρίσκεται μακριά από τον διαρκή έλεγχο των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που περιγράφεται και από τον όρο «έλλειμμα δημοκρατίας» στον οποίο αναφέρονται διάφοροι όταν μιλούν για την ΕΕ. Οι κερδισμένοι σε αυτήν την ιστορία είναι δύο: οι πολιτικοί και η βιομηχανία». [Απόστολος Φωτιάδης, 2016]
Γεωπολιτικά παιχνίδια, στρατιωτικοποίηση των συνόρων αλλά και διαπλεκόμενα κυριαρχικά συμφέροντα είναι τα ίδια ακριβώς αίτια που δημιούργησαν και δημιουργούν τον πόλεμο, τα ίδια που κάθε φορά έρχονται να διαχειριστούν «ειρηνικά» τις συνέπειες. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι άλλωστε; Αν ο ανθρωπισμός ήταν το κίνητρο της παγκόσμιας κυριαρχίας δεν θα χρειαζόταν να γίνει πόλεμος έτσι ώστε να υπάρχει και ανάγκη διαχείρισης των συνεπειών του.
Στο ίδιο ακριβώς σκεπτικό κινήθηκε και η σχετική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας. Η Τουρκία κρίθηκε ως ασφαλής χώρα τη στιγμή που οι αιτήσεις ασύλου τούρκων προς χώρες της ΕΕ είναι πέντε φορές περισσότερες από οποιαδήποτε χώρα των Βαλκανίων. Η κατάσταση στην ανατολική Τουρκία είναι έκρυθμη με σημείο αναφοράς το κουρδικό ζήτημα και, φυσικά, έχουν υπάρξει αναφορές που τεκμηριώνουν εξευτελιστικές και απάνθρωπες συνθήκες ακόμα και βασανιστήρια σε βάρος των αιτούντων άσυλο που τελούν υπό κράτηση στην Τουρκία. Όσον αφορά τα εκατομμύρια των προσφύγων που «φιλοξενούνται» στα στρατόπεδα κοντά στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία «μαραίνονται σε συνθήκες φυλακής κάτω από συνεχή έλεγχο, διαχωρισμό και καθυπόταξη, με τη ζωή τους παγωμένη στον χρόνο, αντιμέτωποι με την έλλειψη ασφάλειας και πρόσβασης σε βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, και την αβεβαιότητα για το μέλλον τους. Το HRW σημειώνει ότι η υπηρεσία τροφίμων του ΟΗΕ ανακοίνωσε νωρίτερα φέτος ότι αναγκάστηκε να αποσυρθεί από 9 στρατόπεδα προσφύγων, λόγω οικονομικής ανεπάρκειας. Ωστόσο, οι περισσότεροι πρόσφυγες στην Τουρκία δεν βρίσκονται καν σε προσφυγικούς καταυλισμούς, αλλά σε πόλεις της Τουρκίας όπου στερούνται συστηματικής υποστήριξης και πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και εργασίας».
Είναι γεγονός ότι η διαταξικότητα που χαρακτηρίζει το «προσφυγικό φαινόμενο» δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αφού οι πρόσφυγες ανεξάρτητα από τις ταξικές τους καταβολές κινούνται προς μια αναπόφευκτη προλεταριοποίησή τους. Και όχι μόνο στις χώρες προορισμού αλλά και στην ενδιάμεση κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι «τα εργοστάσια παραγωγής ρούχων και κυρίως επώνυμων ρούχων στην περιοχή του Οτογκάρ της Σμύρνης, περίπου 10 χιλιόμετρα έξω από τη μεγαλούπολη, προσλαμβάνουν παιδιά πρόσφυγες –που δουλεύουν 10 με 12 ώρες τη μέρα συναρμολογώντας τμήματα των πανάκριβων ρούχων που στη συνέχεια θα καταναλωθούν στην Ευρώπη– με αμοιβή έξι με οκτώ ευρώ τη μέρα. Σε περίπτωση μηνιαίας απασχόλησης αυτή παρέχεται έναντι 600 με 800 λιρών Τουρκίας, για 10-12 ώρες δουλειάς καθημερινά, 30 μέρες το μήνα, χωρίς καν μια μέρα ανάπαυσης. Αυτή η «σίγουρη» μηνιαία απασχόληση κατεβάζει το μεροκάματο και στα έξι ευρώ» [ΑΜΕ-ΜΠΕ]
Στα ημέτερα εδάφη, ο τρόπος με τον οποίο το ελληνικό κράτος προσπάθησε -και προσπαθεί- να κλείσει τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στα στρατόπεδα -υποταγμένους στην ευέλικτη θεσμική «νομική θολούρα» της ευρωπαϊκής αντιμεταναστευτικής πολιτικής- δεν είναι άλλος από τον εκβιασμό των «χαρτιών»: οι αιτήσεις ασύλου θα γίνονται δεκτές μόνο μέσα από τα στρατόπεδα «φιλοξενίας». Τα στρατόπεδα αυτά, πιστά στην λειτουργική πολυμορφικότητα των κυριαρχικών συμφερόντων, είτε είναι ήδη κλειστού τύπου με τους μετανάστες έγκλειστους είτε είναι ανοιχτού τύπου με τέτοια υποδομή, ωστόσο, ώστε να μπορούν να κλείσουν ανά πάσα στιγμή.
Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες έχουν αρχίσει σιγά σιγά να συνειδητοποιούν ότι αρκετοί από αυτούς πρόκειται να μείνουν στην ελλάδα για άγνωστο χρονικό διάστημα, όπως επίσης, ότι, με αυθαίρετα κριτήρια, αρκετοί από αυτούς πρόκειται να απελαθούν. Ένας και πάλι άγνωστος αριθμός, μικρός, ωστόσο, ως θεσμικό άλλοθι, θα «μετεγκατασταθεί» σε κάποια χώρα της Ε.Ε. χωρίς να δίνεται κανένα πρότερο σχετικό εχέγγυο από κάθε άποψη.
Ο Πειραιάς και η Ειδομένη αποψιλώνονται αργά και σταθερά για να παραδοθούν στην κυρίαρχη κανονικότητα. Στη Λάρισα πρόσφυγες παρεμβαίνουν στο δημοτικό συμβούλιο κουβαλώντας μαζί τους φίδια και σκορπιούς που ζουν μαζί τους στο ανοιχτό «φιλόξενο» στρατόπεδό τους και στις Θερμοπύλες αρχίζουν ήδη να καλλιεργούν τη γη για να αντεπεξέλθουν στην επιβιοτική τους αθλιότητα. Την ίδια ώρα στο κλειστό στρατόπεδο στη Μόρια της Λέσβου ζουν 4.000 άτομα σε 700 κρεβάτια και στο Βαθύ της Σάμου 751 άτομα σε 250 κρεβάτια. Στα κλειστά στρατόπεδα υπάρχει επιπλέον σοβαρό ζήτημα αφού κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί τη σωματική ακεραιότητα των εγκλείστων καθώς οι άθλιες συνθήκες πυροδοτούν αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ τους. Από κάθε άποψη, η εξαθλίωση είναι δεδομένη και οι πρόσφυγες και μετανάστες προς το παρόν δείχνουν ανήμποροι να αλλάξουν αυτή τη συνθήκη παρά τις σποραδικές απεργίες πείνας. Ο φόβος της εξέγερσης, βέβαια, είναι πάντα υπαρκτός γι’ αυτό και το μέλημα της κρατικής πολιτικής είναι -πέρα από την διασπορά των προσφύγων και των μεταναστών σε μικρές, κοινωνικά περιθωριοποιημένες και πάντα ελέγξιμες εστίες- η οργή, σε κάθε ενδεχόμενο, να εκτονώνεται κεντρομόλα προς το εσωτερικό των προσφυγικών σχέσεων κι όχι φυγόκεντρα ενάντια στις συνθήκες στρατωνισμού.
Ο τρόπος με τον οποίο έχουν στηθεί και στήνονται τα στρατόπεδα «φιλοξενίας» προσφύγων και μεταναστών είναι τέτοιος ώστε να μην ενοχλείται η… κανονικότητα του εθνικού κορμού. Έτσι, από απόσταση, είναι διαχειρίσιμος τόσο ο έκδηλος κοινωνικός συντηρητισμός όσο και ο φαντασιακός του αντίποδας, αυτός της ανθρωπιστικής αλληλεγγύης. Από τη μία, οι φασίστες, οι ακροδεξιοί και οι δεξιοί μπορούν να ενεργοποιούν κάθε είδους μυθοπλαστική ρατσιστική προπαγάνδα προκειμένου να αναπαράγεται ο έρπων μισανθρωπισμός (ως απότοκο της γενικευμένης κουλτούρας της ακραίας εξατομίκευσης και του κοινωνικού ανταγωνισμού) και από την άλλη, η αριστερά κατασιγάζει τόσο τον μικροαστικό χυλό όσο και την από απόσταση αλληλεγγύη αφού οι «φορείς» της φροντίζουν να μαζεύουν αγαθά και να τα διανέμουν οι ίδιοι σε πρόσφυγες και μετανάστες -χωρίς να ενεργοποιείται η φυσική επαφή που θα αποτελούσε και την αυθεντική πραγμάτωση της κοινωνικής αλληλεγγύης.
Έτσι, με διαχωρισμένους τους πρόσφυγες και μετανάστες από τις υποτελείς τάξεις του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού μπορεί να ενεργοποιείται η κάθε είδους πολιτική και κοινωνική διαμεσολάβηση. Από τους πολιτικούς χειρισμούς ως διαρκή πραγμάτωση της αντιμεταναστευτικής -είτε με δεξιό είτε με αριστερό πρόσημο – εθνοκρατικής πολιτικής έως τις ΜΚΟ ως θεσμική υποκατάσταση -με τους χειρότερους όρους- των όποιων αποθεμάτων της κοινωνικής ευαισθησίας και τα ΜΜΕ ως εργαλείων χειραγώγησης των κοινωνικών κριτηρίων, οι διαμεσολαβήσεις συγκροτούν μια κυρίαρχη αφήγηση για την «προσφυγική κρίση», μια επιτελεστική προσέγγιση που πρέπει να επιβεβαιώνει διαρκώς την κοινωνική συνεκτικότητα στη βάση των εθνοκρατικών ιδεωδών.
Η άρση των διαχωρισμών και η παρεπόμενη ακύρωση των πολιτικών και κοινωνικών διαμεσολαβήσεων, η καταστροφή των συρματοπλεγμάτων, το έμπρακτο μπλοκάρισμα κάθε έκφρασης του κοινωνικού συντηρητισμού και η επίθεση στα εθνοκρατικά ιδεώδη αποτελούν χαρακτηριστικά της εκ των ων ουκ άνευ διαρκούς πραγμάτωσης της ριζοσπαστικής απελευθερωτικής αλληλεγγύης.
πτέρυγα Κ
Μόρια Λέσβου
Βαθύ Σάμου