Ο χειμώνας ήρθε (καιρό τώρα)

Καθώς πλησιάζει το τέλος του 2016, η Ελλάδα φιλοξενεί πάνω από 62.000 ανθρώπους, 33.650 από τους οποίους ζουν σε προσωρινές δομές διαμονής προσφύγων (camps) της ηπειρωτικής χώρας. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και τις διώξεις και από αυτούς ένας σημαντικός αριθμός είναι ιδιαίτερα ευάλωτος: περισσότεροι από 1200 ασυνόδευτοι ανήλικοι εντοπίστηκαν κατά τη διαδικασία προ-εγγραφής και σχεδόν 3.500 πρόσφυγες χαρακτηρίζονται από κάποιου είδους ευαλωτότητα.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους είναι σήμερα παγιδευμένοι στην Ελλάδα εξαιτίας των υπερβολικά χρονοβόρων διαδικασιών· επιπλέον υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου η πληροφόρηση που παρέχεται σχετικά με το πόσο θα διαρκέσουν αυτές οι διαδικασίες είναι λανθασμένη, εντείνοντας περαιτέρω την απογοήτευσή τους. Η πρόσβαση στην Υπηρεσία Ασύλου για την κατάθεση αιτήματος ασύλου μέσω του υφιστάμενου συστήματος Skype είναι δύσκολη και στη συνέχεια η καταγραφή και η επεξεργασία των αιτήσεων κρατά τόσο πολύ, ώστε πολλές περιπτώσεις που ζητούν μετεγκατάσταση ή οικογενειακή επανένωση θα χρειαστεί να παραμείνουν από ένα έως δύο χρόνια στην Ελλάδα. Η διαδικασία για τους ανθρώπους που επιλέγουν να ζητήσουν άσυλο στην Ελλάδα είναι εξίσου χρονοβόρα.
Δεδομένου ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο για κρατικά οργανωμένη στέγαση (εκτός από τις περιπτώσεις μετεγκατάστασης), επίσημα η μόνη διαθέσιμη επιλογή είναι η διαμονή στα camps. Έτσι, τα camps που είχαν προκριθεί υποτίθεται ως μια «προσωρινή» λύση «έκτακτης ανάγκης», έχουν γίνει η μακροχρόνια, μόνιμη μη-λύση.
Παρά τις όποιες ανεπαρκείς ενέργειες για την αντιμετώπιση του χειμώνα στα camps, χιλιάδες πρόσφυγες, οι περισσότεροι από τους οποίους γυναίκες και παιδιά, ακόμα ξεπαγιάζουν σε σκηνές χωρίς θέρμανση, ενώ το καλοκαίρι υπέφεραν από την αφόρητη ζέστη στις ίδιες σκηνές ή κάτω από τις τσίγκινες σκεπές παλιών εργοστασίων που μετατράπηκαν σε camps, παρέα πολλές φορές με αρουραίους, κοριούς, φίδια, κουνούπια και μύγες. Η σίτιση έχει ανατεθεί σε ιδιωτικές υπηρεσίες εστίασης και, στις περισσότερες περιπτώσεις, τείνει να αποτελείται από κακής ποιότητας, επαναλαμβανόμενα γεύματα, τα οποία συχνά δεν είναι επαρκή για έναν ενήλικα, ενώ δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν ειδικές διατροφικές ανάγκες (για παράδειγμα, ειδικά γεύματα για παιδιά και βρέφη, ή ακόμη και για λόγους υγείας, όπως στην περίπτωση των διαβητικών). Ζεστό νερό δεν υπάρχει συνήθως και είναι σχεδόν αδύνατο να διαφυλαχθεί η προσωπική και συλλογική υγιεινή κάτω από τέτοιες συνθήκες διαβίωσης, οι οποίες, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή ιατρική φροντίδα και την έλλειψη κατάλληλου εξοπλισμού και φαρμάκων, οδηγούν στην ταχύτατη μετάδοση εύκολα ιάσιμων ασθενειών, όπως είναι η γρίπη ή η διάρροια. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι ελληνικές αρχές έχουν σταματήσει την έκδοση αριθμού μητρώου κοινωνικής ασφάλισης [ΑΜΚΑ], απαραίτητου για την πρόσβαση σε δωρεάν φάρμακα και υγειονομική περίθαλψη. Αυτές οι ακατάλληλες και επικίνδυνες συνθήκες διαβίωσης αναγκάζουν επιπλέον τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν κάθε μορφή ιδιωτικότητας και προσωπικού χώρου, πράγμα που, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα μέσα στην οποία είναι αναγκασμένοι να ζουν, επιδεινώνει τα ψυχικά τους τραύματα. Πολλοί υποφέρουν από κατάθλιψη, άγχος και κρίσεις πανικού, ενώ η μέριμνα για την ψυχική υγεία είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Επιπλέον, τα περισσότερα από τα camps βρίσκονται σε βιομηχανικές περιοχές, αποκομμένα από τις πόλεις, με αποτέλεσμα οι πρόσφυγες να έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε ιατρική, νομική και άλλη αρωγή, καθώς και στην απασχόληση και σε ευκαιρίες να οικοδομήσουν σχέσεις με τους ντόπιους που θα μπορούσαν να συμβάλουν σε μια ομαλή ένταξη. Σε πολλές περιπτώσεις, δεν υπάρχει τακτική συγκοινωνία από και προς τα camps, τα οποία βρίσκονται συχνά δίπλα σε πολυσύχναστους δρόμους με αποτέλεσμα τον συνεχή κίνδυνο από διερχόμενα αυτοκίνητα. Όντας μακριά από την εύκολη πρόσβαση ανθρώπων που στέκονται αλληλέγγυοι στους πρόσφυγες, τα camps είναι ένας εύκολος στόχος για ρατσιστικές και ακροδεξιές επιθέσεις, όπως η πρόσφατη εμπρηστική επίθεση στη Χίο -όπου η αστυνομία φέρεται να παρέμεινε αδρανής. Κατά συνέπεια, έχει αποδειχθεί ότι τα camps είναι ακατάλληλοι χώροι όπου οι άνθρωποι εκτίθενται σε διάφορους κινδύνους, όπου ομάδες όπως ασυνόδευτες γυναίκες και παιδιά μπορούν να αισθανθούν ανασφάλεια και έλλειψη προστασίας, και όπου άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους – πιο πρόσφατο παράδειγμα, με το να καούν ζωντανοί ανάβοντας φωτιά στην προσπάθειά τους να ζεσταθούν.
Πριν από λίγους μήνες, η ελληνική κυβέρνηση δια της βίας εκκένωσε -και κατεδάφισε- καταλήψεις στέγης μεταναστών στη Θεσσαλονίκη, με το πρόσχημα της «προστασίας» των προσφύγων από την διαμονή τους σε επικίνδυνα κτίρια. Την ίδια στιγμή, μη πιστοποιημένες οργανώσεις -όπως οι δικές μας- ή άνθρωποι που βοηθούν από αλληλεγγύη (πολλοί από τους οποίους ήταν οι πρώτοι που παρείχαν βοήθεια στο πεδίο, προτού οι αρχές αποφασίσουν τελικά να επέμβουν) αποκλείονταν από τα camps, δήθεν λόγω ζητημάτων ασφαλείας. Η ειρωνεία είναι βέβαια ότι αυτά τα «ασφαλή» και υπό την κρατική εποπτεία camps είναι στην πραγματικότητα τα μόνα μέρη όπου άνθρωποι κυριολεκτικά πεθαίνουν.
Παρά τα τεράστια ποσά που δαπανώνται για την «προσφυγική κρίση» (για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δώσει 198 εκατομμύρια € στο ελληνικό κράτος, σε διεθνείς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις από τον Απρίλιο του 2016 για να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης), το πραγματικό ποσό της χρηματοδότησης που φτάνει σε όσους το έχουν ανάγκη είναι ανεπαρκές. Οι πρόσφυγες είναι αναγκασμένοι να μένουν σε άθλιες συνθήκες, είτε σε ατέρμονη αναμονή στην ηπειρωτική χώρα ή στη νεκρή ζώνη των νησιών. Αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να δοθούν απευθείας στους πρόσφυγες για να μπορέσουν οι ίδιοι να εξασφαλίσουν κατάλληλη στέγαση, για να φροντίζουν οι ίδιοι για το φαγητό τους και να ζήσουν με αυτονομία και αξιοπρέπεια.
Για κάθε έναν από τους παραπάνω λόγους, και για χίλιους λόγους ακόμη:
ΝΑ ΚΛΕΙΣΟΥΝ ΤΑ CAMPS
Mobile Info Team
Ομάδα Νομικών για την Υπεράσπιση των Δικαιωμάτων Προσφύγων και Μεταναστ(ρι)ών – Traveling light