Πολιτική δήλωση Φοίβου Χαρίση
Έφτασε η στιγμή που στη δικαστική γλώσσα ονομάζεται “στάδιο απολογιών των κατηγορουμένων”. Είναι η στιγμή όπου οι έδρες των δικαστηρίων στις περισσότερες των περιπτώσεων έρχονται αντιμέτωπες με ανθρώπους τσακισμένους από τη καταστολή των μπάτσων και του “σωφρονιστικού” συστήματος. Ανθρώπους που λόγω συνθηκών βρέθηκαν μπροστά σας και ίσως να μη βρήκαν ποτέ τη δύναμη να σας εκφράσουν αυτό που πραγματικά πιστεύουν για τη δικαιοσύνη σας. Έχετε συνηθίσει λοιπόν τόσα χρόνια να βλέπετε ανθρώπους με σκυφτό κεφάλι και τσακισμένη αξιοπρέπεια, στους οποίους είστε έτοιμοι να εφαρμόσετε όλο το σαδισμό που σας δίνει η θέση σας. Έτοιμοι να τους θάψετε ζωντανούς κάτω από τόνους τσιμέντο μακριά από τα αγαπημένα τους πρόσωπα, είτε γιατί περισσεύουν, είτε γιατί επέλεξαν να σταθούν ενάντια στο σύστημα που υπηρετείτε.
Αυτό το αφήγημα πρέπει να το ξεχάσετε στη περίπτωση μου (όπως και δεκάδων άλλων αγωνιστών). Βρίσκομαι εδώ με το κεφάλι ψηλά, κοιτάζοντας σας στα μάτια. Τιμώντας τις φιλίες και τις συντροφικές μου σχέσεις, υπερασπιζόμενος τη διαδρομή και στράτευση μου στο αναρχικό κίνημα. Παίρνοντας θέση μάχη στο κοινωνικό και ταξικό πόλεμο που μαίνεται και φυσικά καταρρίπτοντας ένα προς ένα όλα τα σαθρά στοιχεία του κατηγορητηρίου, πάντα με την αξιοπρέπεια και τις αξίες που με χαρακτηρίζουν σαν αναρχικό. Όπως καταλαβαίνετε θεωρώ πως ο τίτλος που δίνεται γι αυτό το στάδιο είναι τουλάχιστον άστοχος όταν αφορά πολιτικές δίκες.
Θα ξεκινήσω τη δήλωση μου από το σκέλος των στοιχειών του κατηγορητηρίου. Μετά από 4 συναπτά έτη στη φυλακή θεωρώ πως ήρθε η ώρα να ακουστεί η αντίθετη άποψη και η παράθεση των γεγονότων στη πραγματική τους διάσταση και όχι μέσα από το παραμορφωτικό φακό των ΜΜΕ, της αντιτρομοκρατικής, καθώς και της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου. Όχι γιατί πιστεύω στις διακηρύξεις περί δίκαιας δίκης, αλλά γιατί θέλω να υπάρξει αντίλογος στο αφήγημα τους αστυνομικού μηχανισμού και να καταδείξω τη σαθρότητα της ίδιας της αστικής δικαιοσύνης.
28/11/2012 συλλαμβάνομαι με το φίλο και σύντροφο Αργύρη Ντάλιο στη πόλη της Έδεσσας. Τα ευρήματα της σύλληψης μας “πλούσια”. Ρούχα, βιβλία, το προσωπικό κινητό του Αργύρη, παυσίπονα κλπ. Την επόμενη ημέρα οδηγήθηκα μαζί με τον Αργύρη στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Φλώρινας κατηγορούμενος για απείθεια, καθώς αρνήθηκα να δώσω dna και αποτυπώματα. Η άρνηση μου οφειλόταν σε 2 λόγους. Ο βασικός ήταν πως αρνούμαι να συνεισφέρω οικειοθελώς στο φακέλωμα των αγωνιζόμενων και μη ανθρώπων από τον αστυνομικό μηχανισμό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση βέβαια μας ζητήθηκε να δώσουμε αποτυπώματα χωρίς να κατηγορούμαστε για τίποτα. Φυσικά το δικαστήριο μας αθώωσε και επέπληξε μάλιστα τους αστυνομικούς γι αυτή τους τη πρακτική.
Από τη στιγμή που επιστρέψαμε με τον Αργύρη την επόμενη μέρα στη Αθήνα, η αντιτρομοκρατική γνωρίζοντας την αναρχική μας ταυτότητα, καθώς την είχαμε δηλώσει στους αστυνομικούς που μας είχαν συλλάβει, ξεκίνησε για το επόμενο δίμηνο μια άθλια και βρώμικη τακτική, η οποία εφαρμόζεται συχνά από τη συγκεκριμένη υπηρεσία. Μιλάω για παρακολουθήσεις των σπιτιών μας και εμάς των ιδίων σε καθημερινή βάση. Το αποκορύφωμα αυτής της τακτικής ήταν η παρακολούθηση του μικρού αδερφού του Αργύρη το διάστημα που βρισκόμασταν καταζητούμενοι, μετά τις 18/2/2013. Διάφοροι ασφαλίτες της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας επιτηρούσαν ένα 12χρονο παιδί. Το παρακολουθούσαν στο κολυμβητήριο, στο σχολείο, στο προαύλιο να παίζει με τους συμμαθητές του, να κάνει βόλτες με τη παρέα του. Όλα αυτά μόνο και μόνο μη τύχει και συναντήσει τον Αργύρη.
Αυτοί οι ελεεινοί λοιπόν έχουν το θράσος να στήνουν ολόκληρα κατηγορητήρια εις βάρος μας. Αυτοί οι θρασύδειλοι που για 3 μήνες είχαν γίνει η “σκιά” ενός 12χρονου παιδιού μην αφήνοντας το να χαρεί τη παιδική του ηλικία, εκμεταλλευόμενοι την ασυλία που τους δίνει ο κρατικός μηχανισμός, εκδώσανε τις φωτογραφίες μας στις 18/2/2013 με τη κατηγορία πως σαν μέλη της Συνομωσίας Πυρήνων της Φωτιάς παρείχαμε απλή συνδρομή στους δράστες της ληστείας του Φιλώτα Φλώρινας.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως το dna μου η αστυνομία το είχε ανεπίσημα από το Νοέμβριο του 2012. Αν και τότε αφεθήκαμε ελεύθεροι χωρίς απαγγελία καμίας κατηγορίας, οι μπάτσοι κατάσχεσαν προσωπικά μας αντικείμενα όπως ρούχα, εσώρουχα κλπ. Το ίδιο κάνανε και το Φεβρουάριο του 2013 μετά την έρευνα στο πατρικό μου σπίτι.
Πως φτάσαμε όμως στο σημείο τέλη Νοεμβρίου να αφεθώ ελεύθερος χωρίς καμία κατηγορία και μετά από 2 μήνες να καταζητούμαι για την ίδια υπόθεση;
1 Φεβρουαρίου αναρχικοί σύντροφοι με τους οποίους με συνδέει φιλική και συντροφική σχέση, προχωρούν σε διπλή απαλλοτρίωση των νόμιμων τοκογλύφων της Αγροτικής τράπεζας και των ΕΛ.ΤΑ. Βελβεντού Κοζάνης. Την επόμενη ημέρα είδα στις ειδήσεις και στο διαδίκτυο τα βασανισμένα πρόσωπα των συντρόφων μου από τα καλόπαιδα του ΑΤ Βέροιας, φωτοσοπαρισμένα στον 12ο όροφο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Από εκείνη τη μέρα η παρακολούθηση από την αντιτρομοκρατική εντάθηκε σε μεγάλο βαθμό.
Η ΔΑΕΕΒ “εκμεταλλευόμενη” πως οι σύντροφοι δεν ήταν οι μοναδικοί δράστες της ληστείας, αλλά υπήρχαν και άλλοι ασύλληπτοι, ξεκίνησαν με στοχευμένες “διαρροές” στα ΜΜΕ μέσω διάφορων αστυνομικών συντακτών, γνωστών αναμασητών των ψεμάτων της ασφάλειας, να συνδέουν εμένα και τον Αργύρη για τη παραπάνω ληστεία, στρώνοντας το έδαφος για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης.
Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον λοιπόν αποφάσισα συνειδητά να λείπω από το σπίτι μου όταν αρκετοί μπάτσοι της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας ήρθαν για να εκτελέσουν το ένταλμα σύλληψης εναντίον μου. Η ελευθερία για εμένα είναι το υπέρτατο αγαθό και αρνούμαι να το παραδώσω τρόπαιο στους διώκτες μου για να πάρουν ένα παραπάνω γαλόνι ή να εξασφαλίσουν γρηγορότερη προαγωγή.
Την επόμενη της επίδειξης των φωτογραφιών μας στη τηλεόραση, διαβάζουμε στον ηλεκτρονικό τύπο πως “όλως τυχαίως” βρέθηκε το αυτοκίνητο του γιατρού με το οποίο διέφυγαν οι έτεροι απαλλοτριωτές του Βελβεντού. Οι ίδιοι δημοσιογράφοι-παπαγαλάκια που μας φωτογράφιζαν σαν υπόπτους, τώρα “δένουν” το ψέμμα τους ισχυριζόμενοι πως λόγω της δημοσίευσης των φωτογραφιών μας αναγνωριστήκαμε από πολίτες και βρέθηκε το εν λόγω αυτοκίνητο. Με τέτοια ψέματα στήθηκε η μιντιακή ενοχή μας. Τι κι αν το αυτοκίνητο βρέθηκε μετά από τυχαία περιπολία; Η κατάθεση του αστυνομικού Βλάχου Τηλέμαχου, η οποία βρίσκεται στη δικογραφία το επιβεβαιώνει. Κάπως έπρεπε να στηριχθεί το αφήγημα της αντιτρομοκρατικής για τη συμμετοχή μας στη ληστεία.
Σε αυτό το γαϊτανάκι ήρθαν να προστεθούν 2 τουλάχιστον ύποπτες προανακριτικές καταθέσεις. Μιλώ για τους μάρτυρες Αλατσίδου και Στάση. Σύμφωνα με τα προανακριτικά έγγραφα φέρεται να μας βλέπουν την επόμενη ημέρα της ανεύρεσης του αυτοκινήτου του γιατρού στο s/m Μασούτης στη Νάουσα. Στις 2 καταθέσεις της Αλατσίδου και του Στάση στηρίζεται από τους διωκτικούς μηχανισμούς η εμπλοκή μας στη ληστεία του Βελβεντού. Έως εκείνη τη στιγμή η μόνη μας “εκκρεμότητα” ήταν η υποτιθέμενη εμπλοκή μας στη ληστεία του Φιλώτα Φλώρινας, υπόθεση για την οποία επαναλαμβάνω είχαμε αφεθεί ελεύθεροι εξ’ αρχής.
Τι λένε όμως προανακριτικά οι 2 μάρτυρες; Ισχυρίζονται πως την επόμενη της ανεύρεσης του ΙΧ του Κωδωνά και περίπου 20 ημέρες μετά τη ληστεία, κινούμασταν ύποπτα εντός του s/m με αποτέλεσμα να τους κινήσουμε τη προσοχή. Οι 2 καταθέσεις έρχονται σε τρομερές αντιφάσεις μεταξύ τους. Δίνουν διαφορετικά χαρακτηριστικά προσώπου, διαφορετικό ύψος, διαφορετικά ρούχα, μέχρι και διαφορετικές ημέρες.
Στο δικαστήριο φυσικά αποκαλύφθηκε η πραγματικότητα. Η μεν Αλατσίδου δεν ήρθε καν να καταθέσει το ψέμα της, ο δε Στάσης έδωσε μια σημαντική κατάθεση στο εφετείο. Αφού παραδέχτηκε πως την ημέρα που η Αλατσίδου ισχυρίζεται πως μας είδε στο s/m ήταν κι εκείνος παρών και δεν πρόσεξε τίποτα ύποπτο, στη συνέχεια δήλωσε ξεκάθαρα πως από τότε που του πήρε κατάθεση η αντιτρομοκρατική τους είχε πει πως δεν είμαστε εμείς αυτοί που είδε στο s/m και πως η λέξη προσομοιάζει γράφτηκε από τους μπάτσους και ο ίδιος δεν την είπε ποτέ.
Καταδεικνύεται επομένως με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως η απαρχή της δίωξης μου στηρίζεται σε ένα χοντροκομμένο ψέμα, δύσκολα πιστευτό με τη κοινή λογική.
Ο δεύτερος κρίκος της αλυσίδας όσον αφορά τη δίωξη μου είναι η “αναγνώριση” μου από τον διευθυντή των ΕΛ.ΤΑ. Ιωάννη Δαλαμπή στην κατάθεση που έδωσε στην αντιτρομοκρατική στις 24/05/2013, δηλαδή 4 μήνες μετά τη ληστεία και ενώ εγώ βρισκόμουν ήδη στη φυλακή. Η αλήθεια απέχει πάλι παρασάγγας από αυτή την οπτική, κάτι που φάνηκε και στο πρωτόδικο δικαστήριο αλλά και εδώ στο εφετείο.
Τη μέρα της ληστείας (01/02) ο Δαλαμπής κατέθεσε στην αστυνομία πως κάποια στιγμή έπεσε το κάλυμμα από το πρόσωπο τους ενός ληστή και θα μπορούσε να τον αναγνωρίσει ανεπιφύλαχτα αν του το υπεδείκνυαν. Στην ίδια κατάθεση περιγράφοντας τον ίδιο ληστή αναφέρει πως είχε ανοιχτόχρωμα μάτια. Η συγκεκριμένη αναφορά είναι αρκετά σημαντική, καθώς έρχεται σε παντελή αντίθεση με τα δικά μου μάτια που είναι σκουρόχρωμα.
Στις 18/2 που δημοσιεύτηκε η φωτογραφία μου ο Δαλαμπής, είτε δεν πρόσεξε κάποιον τον οποίο τα ΜΜΕ παρουσίαζαν ως ληστή του Βελβεντού, ή το πιθανότερο με είδε και δεν του θύμιζα κάτι ώστε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία.
Στις 24/05 έρχεται η κατάθεση την οποία η αντιτρομοκρατική βαφτίζει ως αναγνώριση. Και λέω βαφτίζει καθώς στη κατάθεση του ο Δαλαμπής, την οποία συνέταξε η ΔΑΕΕΒ, αναφέρει επί λέξει “από τις φωτογραφίες που μου επιδεικνύεται περισσότερο αναγνωρίζω”. Επομένως και προανακριτικά μπορούμε να μιλάμε για πιθανότητα αναγνώρισης και όχι για σίγουρη αναγνώριση όπως περιγράφεται στο βούλευμα. Αυτό φάνηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο, στο οποίο ο ίδιος μάρτυρας δεν με αναγνώρισε ποτέ. Στο εφετείο όμως και μετά από ερώτηση του εισαγγελέα αν θυμάμαι καλά, ο Δαλαμπής ανέφερε πως κατά τη διαδικασία της αναγνώρισης, του επιδείχθηκαν φωτογραφίες. Σε αυτές αναγνώρισε κάποια χαρακτηριστικά, αλλά ποτέ δεν αναγνώρισε κανένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Και δεν είναι μόνο ο Δαλαμπής. Σχεδόν όλοι οι μάρτυρες κατέδειξαν με τις καταθέσεις τους στο δικαστήριο πως όχι μόνο το “πρωτόκολλο” για τις αναγνωρίσεις δεν τηρείται από τους μπάτσους, αλλά είτε πιέζονται, είτε γράφονται πράγματα στις καταθέσεις τους τα οποία οι ίδιοι δεν έχουν πει ποτέ.
Ο τρίτος και τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα της δίωξης μου αποτελεί το γνωστό και μη εξαιρετέο “στοιχείο” του dna και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο το εκμεταλλεύεται η αντιτρομοκρατική για την εύκολη κατασκευή “βολικών” ενόχων. Η αοριστία του dna ως στοιχείου φαίνεται από τις δηλώσεις του βιολόγου και ειδικού επί του dna Kary Mullis. Ο Mullis είχε δηλώσει πως το dna δεν μπορεί να χρησιμοποιείται στην εγκληματολογία για την υπόδειξη, παρά μόνο για τον αποκλεισμό υπόπτων, καθώς είναι σαν να γνωρίζεις τους πρώτους 2-3 αριθμούς μια πιστωτικής κάρτας. Σίγουρα μπορείς να αποκλείσεις όσες κάρτες δεν αρχίζουν με αυτούς τους αριθμούς, αλλά δεν μπορείς να γνωρίζεις ποιά κάρτα είναι στη πραγματικότητα, καθώς υπάρχουν πάρα πολλές με ίδιους τους 2 πρώτους αριθμούς και διαφορετικούς τους υπόλοιπους.
Όλα αυτά τα χρόνια που το dna χρησιμοποιείται ως στοιχείο ενοχής στις πολιτικές δίκες έχουμε καταδείξει, όπως και εδώ με τη βιολόγο που κατέθεσε, την ευκολία μεταφοράς του, τη δυσκολία ανάλυσης του χωρίς να επιμολυνθεί, την αναξιοπιστία των εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. που πήραν πιστοποίηση μόλις τον Ιούνιο του 2013 (και μετά τη σύλληψη μας) και τη πρακτική αδυναμία ανάλυσης μειγμάτων dna.
Στη προκειμένη περίπτωση η αντιτρομοκρατική ισχυρίζεται πως έχει ανευρεθεί μείγμα βιολογικού υλικού τουλάχιστον 3 ατόμων σε όπλο και γάντι που χρησιμοποιήθηκαν από τους ληστές.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως. Όπως εξήγησα και προηγουμένως η αντιτρομοκρατική είχε ανεπισήμως το dna μου από το Νοέμβριο του 2012. 30 Απριλίου του 2013 και μετά τη σύλληψη μου στη Νέα Φιλαδέλφεια μου αποσπάστηκε βιαίως το dna και επίσημα. Στο ίδιο γραφείο που είμασταν συλληφθέντες, κουκουλοφόροι μπάτσοι χωρίς ειδικές στολές μου απέσπασαν εν μέσω μπουνιών, κλωτσιών και πνιγμού το dna που ύστερα αναλύθηκε στα εργαστήρια τους. Εκείνη την εποχή πέρα από τη μη πιστοποίηση αυτών των εργαστηρίων, δεν είχαμε και τη δυνατότητα να βρίσκεται παρών δικός μας πραγματογνώμονας.
Λόγω της φύσης του, το dna χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια ως υπερόπλο των διωκτικών μηχανισμών εναντίον του εσωτερικού εχθρού. Οι δεκάδες υποθέσεις εναντίον αναρχικών συντρόφων, η δίωξη των κατοίκων στις Σκουριές και το συνεχές φακέλωμα των αγωνιζόμενων κομματιών της κοινωνίας συνηγορούν στο παραπάνω.
Τι είναι όμως στη πραγματικότητα το dna? Η απάντηση απλή. Στην καλύτερη των περιπτώσεων μια πιθανότητα. Πιθανόν το μείγμα 3 και πάνω ατόμων να ανήκει σε εμένα, πιθανόν και να μην ανήκει. Πιθανόν να έχω πιάσει τα συγκεκριμένα αντικείμενα, πιθανόν και όχι. Βέβαια και το χειρότερο για εμένα συνδυασμό πιθανοτήτων να πάρουμε ως πραγματικό, το ότι δηλαδή και το μείγμα ανήκει σε εμένα και ήρθα πρωτογενώς σε επαφή με τα ίδια τα αντικείμενα δεν με καθιστά σε καμία περίπτωση δράστη της ληστείας, καθώς όπως σας εξήγησε η βιολόγος που κατέθεσε, αλλά και με μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο μπορείτε να το βρείτε, το dna σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να μας δείξει το χρόνο, καθώς μπορεί να παραμείνει στα αντικείμενα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ποιό είναι όμως το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του στοιχείου, το σήμα κατατεθέν ας μου επιτραπεί η έκφραση; Φυσικά η ευκολία στη μεταφορά, αλλά και στην επιμόλυνση του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταφοράς είναι πειράματα που έχουν αποδείξει πως 2 άνθρωποι μπορεί να δώσουν χειραψία και μετά ο ένας από τους 2 να πιάσει ένα αντικείμενο και να ανιχνευθεί σε αυτό μόνο το dna του ανθρώπου που δεν έπιασε το αντικείμενο πρωτογενώς και όχι αυτού που το έπιασε. Όσο για την επιμόλυνση το αναφέρω για να καταδείξω πόσο δύσκολο μου φαίνεται στις συνθήκες που σας έχω περιγράψει στα γραφεία του 12ου ορόφου να μου έχει παρθεί μη επιμολυσμένο δείγμα dna.
Συμπερασματικά βλέπουμε πως η καταδίκη με βάση το dna αποτελεί τον ορισμό της πιθανολογικής προσέγγισης. Και μάλιστα ενός μόνο συνδυασμού πιθανοτήτων. Άλλο ένα παράδειγμα μέσα από το οποίο φαίνονται οι ξεφτισμένες αξίες της αστικής δικαιοσύνης ακόμα και από τους ίδιους τους εκφραστές της. Σαν αναρχικός ούτως ή άλλως λόγω αντίληψης δεν πιστεύω στην αστική δικαιοσύνη, τους νόμους και τις αξίες της. Αυτό που έχει όμως σημασία είναι όταν οι ίδιοι οι δικαστές, όπως η έδρα του πρωτόδικου δικαστηρίου, πετάνε στα σκουπίδια ένα από τα “θεμέλια” υποτίθεται της δικαιοσύνης σας, ότι οι όποιες αμφιβολίες είναι πάντα με το μέρος του κατηγορούμενου. Αντ’ αυτού επέλεξαν σαν καλοί υπηρέτες του κρατικού μηχανισμού και της οικονομικής ελίτ να μας δικάσουν με τα κακογραμμένα ψέματα της αντιτρομοκρατικής και το ψευδοεπιστημονικό στοιχείο του dna.
Κλείνοντας το κεφάλαιο του κατηγορητηρίου και περνώντας στο αμιγώς πολιτικό διακύβευμα της δίκης, θέλω να σχολιάσω κάτι που ακούω συχνά από τις έδρες των δικαστηρίων. Συνηθίζεται, χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις οφείλω να παρατηρήσω, να εκθειάζετε τους βιολόγους των εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. ως εξαίρετους επιστήμονες, αφήνοντας να εννοηθεί πως δεν θα μπορούσε ένας επιστήμονας να “στήνει” ουσιαστικά ολόκληρες δικογραφίες εις βάρος των όποιων κατηγορούμενων. Ποιά είναι όμως η πραγματικότητα; Και αυτόν τον ισχυρισμό πρέπει να τον δούμε στο σύνολο του.
Οι βιολόγοι της αστυνομίας είναι και οι ίδιοι μπάτσοι, οι οποίοι έχουν “πουλήσει” την επιστημονική τους δύναμη στον κρατικό μηχανισμό. Είναι εκεί για να επιβεβαιώνουν με έναν άθλιο και ψευδοεπιστημονικό τρόπο τις όποιες κατευθύνσεις και τα όποια αποτελέσματα θέλει να πετύχει η αστυνομική έρευνα. Γι αυτό αναλύουν ταυτόχρονα τα δείγματα των συλληφθέντων μαζί με τα πειστήρια κι ας μη προβλέπεται από κανένα πρωτόκολλο. Γι αυτό θεωρούν αξιόπιστα στοιχεία τα μείγματα dna από οποιοδήποτε αντικείμενο. Γι αυτό αφήνουν τους αξιωματικούς της αντιτρομοκρατικής να γράφουν όπως θέλουν τις εκθέσεις του dna, όπως συνέβη στη δική μου περίπτωση.
Είναι όμως τα παραπάνω μια εκτροπή για την επιστημονική κοινότητα; Μια εξαίρεση (πουλημένοι επιστήμονες στην εξουσία), που επιβεβαιώνει τον κανόνα (επιστήμονες στο πλευρό του κοινωνικού συνόλου); Στη δική μου αναρχική οπτική δεν μπορούμε να κρίνουμε την επιστήμη ξεκομμένα από το περιβάλλον στο οποίο υφίσταται και αναπτύσσεται. Μιλώ για το καπιταλιστικό σύστημα ανάπτυξης και γενικότερα την εξουσιαστική διάρθρωση του κόσμου που ζούμε όποιο καθεστώς και αν υπάρχει.
Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως η επιστήμη παίρνει το χρωματισμό του εκάστοτε εξουσιαστικού καθεστώτος στο οποίο υπάγεται. Άλλος ο χρωματισμός της στη ναζιστική Γερμανία, άλλος στη καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση. Με το βασικό χαρακτηριστικό κοινό. Υπηρέτης της εκάστοτε εξουσίας και βοηθός στη διαιώνιση της.
Στο καπιταλιστικό σύστημα οργάνωσης η κερδοφορία του κεφαλαίου εις βάρος όλων των υπόλοιπων αποτελεί θεμελιώδη αξία. Δε θα μπορούσε λοιπόν η επιστήμη να μην εξυπηρετεί αύτη την αρχή.
Αλήθεια ποιοί αναπτύσσουν τις νέες πυρηνικές τεχνολογίες;
Ποιοί εξελίσσουν συνεχώς τα οπλικά συστήματα για να εφαρμόζονται στις διάφορες “ανθρωπιστικές” επεμβάσεις των κρατών σε όλο το πλανήτη;
Ποιοί δεσμεύουν εκατομμύρια ζώα στα εργαστήρια τους, βασανίζοντας τα με τον πιο απάνθρωπο τρόπο στα πειράματα τους;
Ποιοί είναι συνυπεύθυνοι (ανάμεσα σε πολλούς άλλους) για τη Φουκοσίμα, το Τσέρνομπιλ, τη Χιροσίμα, το Ναγκασάκι και τη καταστροφή του Αμαζονίου;
Πόσα επιστημονικά στελέχη διαθέτουν οι βιομηχανίες πετρελαίου, καπνού, ορυκτών κλπ που καταστρέφουν το περιβάλλον;
Αλήθεια τα επιστημονικά μυαλά που συνεργάστηκαν και μάλιστα ενεργά με τους ναζί τελικά ήταν ή δεν ήταν επιστήμονες;
Ποιοί προσπαθούν να τελειοποιήσουν τα συστήματα ελέγχου ώστε να υποκλέπτουν σε μαζική κλίμακα τα προσωπικά μας δεδομένα σκιαγραφώντας τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, πουλώντας φυσικά όλα τα παραπάνω στις μυστικές υπηρεσίες των κρατών;
Ποιοί ονειρεύονται τη σύζευξη ανθρώπου και μηχανής; Και ο κατάλογος δεν τελειώνει ποτέ.
Ειδικά το δυστοπικό μέλλον που περιγράφω στο τέλος έχει μια αξία να πολεμηθεί άμεσα καθώς οι αόρατες αλυσίδες που βάζουμε άθελα μας στους εαυτούς μας θα είναι αρκετά δύσκολο να τις αποτινάξουμε όταν θα έρθει η στιγμή. Πιστωτικές κάρτες, κάμερες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τσιπάκια παρακολούθησης, κωδικοί και πολλά άλλα δημιουργούν ένα φαινομενικά αόρατο πλέγμα καταστολής με το μανδύα της διευκόλυνσης του κοινωνικού συνόλου. Το 1984 του Όργουελ τελικά ίσως να είναι ο “επιστημονικός” κόσμος του μέλλοντος αν δεν γίνουμε η άμμος που θα σπάσει τα γρανάζια τους
Γίνεται φανερό λοιπόν πως η επιστήμη αποτελεί ένα βασικό τομέα για τα εκάστοτε εξουσιαστικά συστήματα ο οποίος, με εξαιρέσεις προφανώς, λειτουργεί σε αυτά τα πλαίσια.
Φυσικά δεν οραματίζομαι ένα κόσμο χωρίς επιστήμη και τεχνολογία. Αυτό στις μέρες μας θα ήταν ούτως ή άλλως ανέφικτο. Επιθυμώ όμως η γνώση να μην αποτελεί προνόμιο των ισχυρών ούτε να υπηρετεί την εξουσία, αντιθέτως να είναι κτήμα όλων και να αναπτυχθεί στον απόλυτο βαθμό εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των επαναστατημένων κοινοτήτων και όχι μιας κλίκας που διαφεντεύει τον πλανήτη.
Για να γίνει όμως αυτό δεν είναι αρκετή η καλή θέληση και οι καλές προθέσεις. Χρειάζεται συνεχής αγώνας για ένα κόσμο που δεν θα χωρίζεται σε αφέντες και δούλους. Ένα κόσμο που δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου και φύσης από άνθρωπο. Ένα κόσμο μέσα στον οποίο οι επιστημονικές γνώσεις θα αναπτύσσονται έξω από τις αλλοτριωμένες “κατευθύνσεις” της εποχής μας. Γιατί στη τελική το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην επιστήμη αυτή καθ’ αυτή αλλά στο ποιόν τελικά εξυπηρετεί.
Τελειώνοντας με αυτό το πολιτικό σχόλιο το σκέλος του κατηγορητηρίου, μου δίνεται η καλύτερη πάσα να περάσω στο πολιτικό διακύβευμα της δίκης. Το πρώτο ερώτημα που μου έρχεται στο μυαλό ξεκινώντας αυτό το κομμάτι είναι: Το δίκαιο της δικαιοσύνης ποιός θα το δικάσει;
Για τα σύγχρονα καπιταλιστικά συστήματα ο νόμος και κατ’ επέκταση η απονομή της δικαιοσύνης είναι ο θεμέλιος λίθος βάσει τον οποίο εξασφαλίζεται η ισότητα όλων των υποκειμένων εντός της κοινωνίας, καθώς παρά τις επιμέρους διαφορές των ανθρώπων “όλοι είμαστε ίσοι ενώπιον του νόμου”. Είναι όμως έτσι; Αλήθεια υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στις μέρες μας που να μην καταλαβαίνουν πως η αστική δικαιοσύνη λειτουργεί με ταξικά και πολιτικά κριτήρια; Μέχρι και εσείς οι ίδιοι, από τον τελευταίο εισαγγελέα ως τον πρόεδρο Εφετών, γνωρίζετε καλά πως να επιτελείται το ρόλο σας, δηλαδή την προστασία της οικονομικής ελίτ, των κρατικών αξιωματούχων και των μπράβων τους, καθώς και τη διαχείριση του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού και όσων περισσεύουν από το σύστημά σας.
Πάμε όμως πίσω στη περιβόητη ισότητα όλων μας απέναντι στο νόμο, για να δούμε πόσο υποκριτικός φαντάζει αυτός ο συλλογισμός. Τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν τα γραφόμενα μου αμέτρητα. Στις φυλακές σας σαπίζουν φτωχοί, τοξικοεξαρτημένοι, μετανάστες, παράνομοι. Συνηθίζεται η δικαστική κλίκα να εξαντλεί την αυστηρότητά της σε αυτούς τους φτωχοδιάβολους. Μέσα από τις ποινές σας, που στις περισσότερες των περιπτώσεων ξεπερνούν τα όρια της ανθρώπινης ζωής δημιουργείτε τα “τέρατα” που δήθεν απειλούν το κοινωνικό σύνολο. Ναι κύριοι δικαστές τα χρόνια που μοιράζετε σαν στραγάλια είναι χρόνια πραγματικής ζωής, τα οποία αν τα δεσμεύσεις μέσα σε 4 τοίχους αφήνουν τις περισσότερες φορές ανεξίτηλα σημάδια πάνω σου. Αυτά τα σημάδια λοιπόν αντανακλώνται στις συμπεριφορές και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων που θάβετε ζωντανούς στα μπουντρούμια σας. Για σωφρονισμό δεν θα μιλήσω. Δεν χρειάζεται να είσαι αναρχικός για να καταλάβεις πως αυτό που συντελείται στις φυλακές είναι το να εμπεδώνεις κάθε μέρα όλο και περισσότερο την ηθική της εξουσίας στη ζωή σου.
Όμως υπάρχει άλλη μία ειδική κατηγορία κρατουμένων που εξαντλείτε την αυστηρότητά σας. Μιλάω για τους πολιτικούς κρατούμενους που βρίσκονται στη φυλακή όχι λόγω συνθηκών, αλλά γιατί από διαφορετική αφετηρία κινούμενος ο καθένας, αμφισβήτησαν την παντοδυναμία του συστήματος σας. Ονειρεύονται και οραματίζονται, μαζί με πολλούς συντρόφους στην κοινωνία, έναν άλλο κόσμο που βρίσκεται σε ανειρήνευτη μάχη με το δικό σας.
Και τι δεν έχουμε συναντήσει όλα αυτά τα χρόνια από τη δικαστική εξουσία εναντίον μας. Πολλαπλές προφυλακίσεις, φυλακίσεις με μοναδικό κριτήριο συγγενικές και φιλικές σχέσεις, διαπόμπευση των προσώπων μας στα δελτία των ειδήσεων, προφυλακίσεις αναρχικών που ξεπέρασαν τα 3 και τα 4 χρόνια, κόψιμο αδειών, φύλακες τύπου Γ, εξοντωτικές ποινές, μη αναγνώριση χρόνου κράτησης. Και κάπου εδώ σταματάω γιατί τα παραδείγματα είναι άπειρα.
Τολμάτε να μας κατηγορείτε για ληστές αλλά τους πραγματικούς ληστές τους βγάζετε λάδι. Energa Power, Proton Bank, σκάνδαλο της Siemens, δάνεια Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών. Κάποιοι μόνο κρίκοι μιας τεράστιας αλυσίδας υποθέσεων που η δικαστική εξουσία έχει επιφυλάξει από χαμηλές ποινές και αθωώσεις μέχρι παντελή συγκάλυψη.
Μας κατηγορείτε για τρομοκράτες και τις πραγματικές τρομοκρατικές οργανώσεις τις έχετε υπό την προστασία σας. Αναφέρομαι στους πολιτικούς σας προϊσταμένους, στους μεγάλους ή μεσαίους οικονομικούς ομίλους, στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, στο τραπεζικό σύστημα. Όλοι οι παραπάνω με τις πολιτικές οικονομικής και κοινωνικής γενοκτονίας που ασκούν “δύνανται με τρόπο, έκταση ή υπό συνθήκες να βλάψουν σοβαρά μία χώρα ή ένα διεθνή οργανισμό με σκοπό να εκφοβίσουν σοβαρά ένα πληθυσμό ή εξαναγκάσουν παρανόμως δημόσια αρχή ή διεθνή οργανισμό να εκτελέσει οποιαδήποτε πράξη ή να απόσχει από αυτή ή να βλάψουν σοβαρά ή να καταστρέψουν τις θεμελιώδεις συνταγματικές πολιτικές οικονομικές δομές μιας χώρας” (απόσπασμα από τον τρομονόμο). Αυτές είναι οι πραγματικές τρομοκρατικές οργανώσεις και όχι τόσοι σύντροφοι που έχουν κατηγορηθεί ή καταδικαστεί με το έκτρωμα του 187Α.
Επιφυλάσσεται βαρύτατες ποινές και απελάσεις στους κολασμένους αυτού του κόσμου, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, ενώ παράλληλα συγκαλύπτεται τη δράση των φασιστικών συμμοριών που τους στοχοποιούν με τις δεκάδες επιθέσεις τους.
Βγάζετε παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες, στοχοποιώντας τους εργατικούς αγώνες ενώ παράλληλα τα αφεντικά δημιουργούν συνθήκες γαλέρας στα κάτεργα της μισθωτής σκλαβιάς, αδιαφορώντας ακόμα και για την ανεπαρκή και ταξικά διαρθρωμένη εργατική νομοθεσία.
Κόβετε τις αιτήσεις αποφυλάκισης χιλιάδων αρρώστων, καρκινοπαθών, ανθρώπων με αναπηρία, όπως ο Σάββας Ξηρός, ενώ από την άλλη όλα τα παράσιτα του αστικού συστήματος όπως οι Παπαγεωργόπουλος και Λαυρεντιάδης αποφυλακίζονται με συνοπτικές διαδικασίες.
Αντικρίζοντας τα πράγματα με μία συνολικότερη οπτική η αντίθεσή μου με τη δικαστική εξουσία δεν έγκειται στο ότι είστε εντολοδόχοι και προστάτες μιας δράκας αδίστακτων καθαρμάτων που διαφεντεύουν τις ζωές μας. Ούτε από την οργή που νιώθω αντικρίζοντας καθημερινά ανθρώπους από τους οποίους έχετε κλέψει με “αξιοθαύμαστη” ευκολία το υπέρτατο αγαθό της ελευθερίας. Ή μάλλον καλύτερα δεν έγκειται μόνο σε αυτά.
Σαν αναρχικός θεωρώ εξ ορισμού προβληματικό να υπάρχει μια ξεχωριστή κάστα ανθρώπων οι οποίοι σαν μικροί θεοί μπορούν να κρίνουν τις πράξεις και τη στάση ζωής του καθενός από εμάς. Πέρα από το αυτονόητο, πως νόμοι αποτελούν πλαστελίνη στα χέρια των ισχυρών, άρα σε συνθήκες καπιταλισμού θα προστατεύουν τους οικονομικά κυρίαρχους, ακόμα και στο δικό μου ιδεατό της επαναστατημένης αναρχικής κοινότητας δεν φαντασιώνομαι προλεταριακά δικαστήρια και λαϊκούς δικαστές. Η απονομή της δικαιοσύνης είναι αναγκαίο να πηγάζει μέσα από δομές που θα περιλαμβάνουν όλους τους εμπλεκόμενους (όπως για παράδειγμα η συνέλευση) και από άτομα που θα εναλλάσσονται συνεχώς χωρίς τη δημιουργία άτυπων θεσμών μέσω των οποίων τα μέλη τους θα συγκεντρώσουν εξουσίες που νομοτελειακά θα αλλοιώσουν το σύνολο της κοινότητας.
Κλείνοντας άλλη μια πολιτική δήλωση θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά στις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες διεξάγεται η συγκεκριμένη δίκη. Τα τελευταία 8 και παραπάνω χρόνια που είμαι οργανωμένος στο αναρχικό κίνημα παρατηρούνται τρομερές αλλαγές, οι περισσότερες των οποίων δεν με έκαναν να αμφιβάλλω στιγμή για το ορθό και αναγκαίο συνάμα της επιλογής μου.
Από την εποχή της επίπλαστης οικονομικής ευμάρειας, των δανείων κάθε είδους, των παχυλών Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, της γκλαμουριάς, του μικροαστικού όνειρο, του “τέλους της ιστορίας”, την εποχή του καπιταλισμού με “ανθρώπινο” πρόσωπο, περάσαμε στην εποχή της επιστροφής του καπιταλισμού στις πρώιμες ρίζες του. Ζούμε στην εποχή των οικονομικών προγραμμάτων διάσωσης, της εργασιακής ζούγκλας, της πίεσης για να “βγει” η κάθε μέρα, των εντεινόμενων ταξικών αντιθέσεων, της κατάρρευσης του μικροαστικού ονείρου. Όχι πως η κάθε εποχή δεν φέρει μέσα της στοιχεία της άλλης. Ίσα-ίσα σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά της μιας εμπεριέχονται και στην άλλη. Παρόλα αυτά ο βασικός πυρήνας διαφέρει σημαντικά από τη μία εποχή στην άλλη.
Το ότι στις μέρες μας μεγάλο μέρος του κοινωνικού σώματος βιώνει με ποιο απτούς όρους την καταπίεση, τα αδιέξοδα, την εξαθλίωση στην οποία μας καταδικάζει ο καπιταλισμός. Το ότι δηλαδή οι λεγόμενες αντικειμενικές συνθήκες είναι ευνοϊκότερες για εμάς, δε σημαίνει πως το “έργο” μας καθίσταται ευκολότερο. Αυτό αποδεικνύεται καθώς μαζί με την άνοδο των επαναστατικών κινημάτων, αυξάνεται και η δύναμη φασιστικών και ρατσιστικών μορφωμάτων ανά την υφήλιο.
Η απαξίωση λοιπόν των κλασικών κοινοβουλευτικών σχηματισμών που μονοπώλησαν την εξουσία την περίοδο μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο είναι μία πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω της βίαιης νεοφιλελεύθερης χροιάς των πολιτικών που εφαρμόζουν, χωρίς όμως αυτή η απαξίωση να λαμβάνει απαραίτητα θετικό πρόσημο για το επαναστατικό στρατόπεδο. Η πείνα και η εξαθλίωση λοιπόν δεν θα πυκνώσουν τις γραμμές μας με στρατιές νεόπτωχων καταπιεσμένων έτοιμων να πολεμήσουν για την αναρχία. Είναι απλά μία συνθήκη ώστε αυτοί στους οποίους απευθυνόμαστε, οι από τα κάτω δηλαδή, να κατανοήσουν καλύτερα τα δικά μας προτάγματα. Χωρίς αγώνα, χωρίς δομές, χωρίς οργάνωση δεν πρόκειται να κεφαλαιοποιηθεί αυτή η αγανάκτηση που απαντάται διάχυτη στο κοινωνικό σώμα.
Μία άλλη πραγματικότητα της εποχής είναι η εντεινόμενη ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, που πέρα από τον ανταγωνισμό για τις ζώνες επιρροής του εκάστοτε ιμπεριαλιστικού μηχανισμού, παίρνει και τη μορφή της τιμωρίας στους λαούς που επαναστάτησαν για ελευθερία και αξιοπρέπεια σε μία σειρά από χώρες κυρίως της Βόρειας Αφρικής και της πολύπαθης Μέσης Ανατολής. Αίγυπτος, Λιβύη, Υεμένη, Τυνησία, Μπαχρέιν, Συρία, Ιράκ, μία σειρά από χώρες στις οποίες οι μηχανισμοί που υπερασπίζεστε πνιγούν στο αίμα τους επαναστατημένους πληθυσμούς τους και ανταγωνίζονται για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι την επόμενη περίοδο μετά τη λήξη του πολέμου. Η διεθνιστική αλληλεγγύη από τα επαναστατικά κινήματα προς όλους αυτούς τους πληθυσμούς είναι κομβική και αναγκαία συνθήκη για να βάλουμε ένα τέλος στις σφαγές από οποιοδήποτε κρατικό σχηματισμό συμφερόντων και αν προέρχονται.
Τη στιγμή που μας δικάζεται, σε αυτήν εδώ την αίθουσα, ένας άστεγος πεθαίνει από τό κρύο, ένας χρεοφειλέτης αυτοκτονεί για χρέη προς τη τράπεζα, ένα σπίτι μένει χωρίς ρεύμα, ένας πρόσφυγας πνίγεται στη προσπάθεια τους να ξεφύγει από τις γειτονικές εμπόλεμες ζώνες. Κάποια χιλιόμετρα μακριά μια μάνα κλαίει για το νεκρό παιδί της και ένας πατέρας θρηνεί για τη χαμένη οικογένειά του. Κάποια χιλιόμετρα μακριά βομβαρδισμοί καταστρέφουν πόλεις και εκτοπίζουν ολόκληρους πληθυσμούς. Κάποια από αυτά τα βομβαρδιστικά αεροπλάνα ανεφοδιάζονται σε Ελληνικό έδαφος, στις Αμερικανικές και Νατοϊκές βάσεις που βρίσκονται στη χώρα μας. Καλά καταλάβατε κύριοι δικαστές, υπεύθυνος για αυτά και πολλά άλλα εγκλήματα δεν είμαι εγώ ούτε οι σύντροφοί μου, αλλά οι κυβερνήσεις των κρατών ανα το κόσμο. Κανείς όμως από αυτούς τους εγκληματίες πολέμου δεν θα βρεθεί σε καμία αίθουσα αστικού δικαστηρίου να λογοδοτήσει για τις πράξεις του όπως καλούμαστε να πράξουμε εμείς. Κανείς από αυτούς τους κατά συρροή δολοφόνους δεν θα περάσει ούτε μια μέρα της ζωής του στη φυλακή για όλα τα ειδεχθή εγκλήματα που έχει διαπράξει.
Εν κατακλείδι 4 χρόνια στη φυλακή παραμένω αμετανόητος για τη δράση μου μέσα στις γραμμές του αναρχικού κινήματος. Αμετανόητος γιατί η στάση τόσων και τόσων αγωνιστών στις εξορίες και τις φυλακές καθώς και η αξιοπρέπειά μου δεν μου αφήνουν καμία άλλη επιλογή. Είμαι περήφανος που γνώρισα και γνωρίζω υπέροχους συντρόφους που μοιραζόμαστε κοινές αξίες και κοινά οράματα. Συντρόφους και φίλους με όλη τη σημασία της λέξης στα εύκολα και στα δύσκολα, στις χαρές και τις λύπες. Συντρόφους και φίλους που στη δύσκολη συνθήκη της φυλακής με τη στάση του ο καθενός μου δίνει δύναμη να συνεχίσω να χαμογελάω. Να χαμογελάω γιατί δεν μας λυγίσατε, δεν μας γονατίσατε, δεν μας νικήσατε. Οσο ζω και αναπνέω λοιπόν θα αγωνίζομαι ενάντια στο εξουσιαστικό σκοτάδι και την κυριαρχία κράτους και κεφαλαίου στις ζωές των ανθρώπων. Όσες δικογραφίες και να μου στήσει η αντιτρομοκρατική, όσες αποφάσεις δικαστηρίων και να έρθουν να τις επιβεβαιώσουν, δεν θα σταματήσω να αγωνίζομαι για την ατομική και συλλογική απελευθέρωση. Για την αναρχία.
Πολιτική δήλωση Ανδρέα – Δημήτρη Μπουρζούκου