ΠΕ 24/9 | 6μ.μ. | πλατεία Δημαρχείου Χαϊδαρίου
… για τους θανάτους που πέρασαν στα ψιλά…
Την Παρασκευή 4/9/2015 οι καπνοί από τη φωτιά στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο στο Δαφνί, έφτασαν στα σπίτια όλων μας, μέσα από τις οθόνες των τηλεοράσεων και των υπολογιστών. Όλοι ρίγησαν, στενοχωρήθηκαν, τσαντίστηκαν, και μετά άλλαξαν κανάλι. Γιατί μπορούσαν. Γιατί δεν ήταν ούτε δεμένοι, ούτε κλειδωμένοι. Γιατί κανένας νόμος, καμία επιστημονική διάγνωση δεν τους ανάγκαζε να μην έχουν επιλογή. Αντίθετα, 3 άνθρωποι σκοτώθηκαν (δεν πέθαναν απλώς). Γιατί εκείνοι όχι απλώς δεν μπόρεσαν, αλλά δεν τους επιτρεπόταν να κάνουν αλλιώς. Δεμένοι στα κρεβάτια τους για μήνες, κλειδωμένοι στα δωμάτιά τους, μόνοι. Αποστερημένοι από τη θεμελιώδη για την επιβίωση συνθήκη της ατομικής τους αυτονομίας, με τη σφραγίδα του κράτους και των θεσμών του, με τη βούλα της επιστήμης και με την ηθική νομιμοποίηση της κοινωνίας. Γιατί αυτοί οι 3 ήταν «επικίνδυνοι», το είπαν άλλωστε κι οι γιατροί. Εμείς γιατροί δεν είμαστε. Αλλά αν όλο αυτό δεν είναι τρελό τότε τι είναι?
Είναι ο τρόπος που από τη δημιουργία του το κράτος επιλέγει να διαχειρίζεται τα προβλήματά του. Ρυθμίζοντάς τα νομικά, ελέγχοντάς τα θεσμικά και ορίζοντας τρόπους κατασταλτικής διαχείρισής τους. Γιατί το ζήτημα της δημόσιας υγείας είναι στην πραγματικότητα για το κράτος ζήτημα δημόσιας τάξης. Γιατί το πραγματικό του πρόβλημα είναι οι από τα κάτω ταξικά προσδιορισμένοι, οι «επικίνδυνοι», οι «τρελοί» και το πώς θα τους διαχειρίζεται και θα τους καταστέλλει. Γιατί μπορεί η ασθένεια να είναι διαταξική, η «θεραπεία» όμως έχει ταξικό πρόσημο. Γι’ αυτόν και για κανέναν άλλο λόγο η αποασυλοποίηση είναι στην πραγματικότητα αποχρηματοδότηση. Οι ανασφάλιστοι και οι φτωχοί «τρελοί» κοστίζουν. Όχι μόνο σε φάρμακα και θεραπεία, αλλά και σε φροντίδα. Άστους εκεί κλειδωμένους και δεμένους, να περιμένουν τη θανατική τους καταδίκη, γιατί όλα τα άλλα κοστίζουν.
Είναι επίσης ο τρόπος που η επιστήμη, έπαιξε διαχρονικά τον θεσμικό της ρόλο στην επίτευξη του κοινωνικού ελέγχου, στη διαχείριση δηλαδή των προβλημάτων του κράτους. Η ψυχιατρική, μέσα από το δογματικό στόμα του «ειδικού» όριζε από την γέννησή της το τι σημαίνει κανονικό και τι μη-κανονικό, τι σημαίνει υγιές και τι σημαίνεινοσηρό, τι σημαίνει θεραπεία. Έτσι ανάλογα με τα κοινωνικά ήθη, έβγαζε και τιςδιαγνώσεις. Ανάλογα με την τεχνολογική εξέλιξη και τη χρηματοδότηση, έβγαζε τιςθεραπείες. Τι κι αν έκανε λάθη, λάθη γίνονται. Δεν έγινε και τίποτα που τα λάθη μετριούνται σε εκατομμύρια νεκρούς, βασανισμένους και ακρωτηριασμένους ανθρώπους. Τι κι αν πέρασαν τη ζωή τους μέσα στα ψυχιατρεία οι γυναίκες, οι ερωτευμένοι νέοι, οι ομοφυλόφιλοι, οι άεργοι και οι άνεργοι, οι περιθωριακοί, οι σκλάβοι, οι πολιτικά αντιφρονούντες. Τι κι αν οι θεραπείες ήταν εγκλεισμός, απομόνωση, φάρμακα, δεσίματα, ηλεκτροσόκ, λοβοτομές, ευνουχισμοί. Κι αν όλα αυτά μοιάζουν με αρχαία ιστορία, ας κοιτάξει κανείς τι είδους διαταραχές ορίζονται στις μέρες μας, τι θεραπείες εφαρμόζονται, πόσοι νεκροί προστίθενται στη λίστα.
Είναι τέλος, ο τρόπος που λειτουργούν τα πράγματα, ανάλογα με το ποιος είσαι, από πού είσαι, πόσα λεφτά και τι κοινωνικές σχέσεις έχεις. Είναι η εικόνα του τι συμβαίνει όταν είσαι στον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας. Όταν για σένα νοιάζονται μόνο αν ο θάνατός σου προκαλεί φρίκη, δεμένος σε ένα κρεβάτι ή ξεβρασμένος σε μια παραλία. Και μόνο όταν αυτό γίνει γνωστό, μόνο όταν δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από κάγκελα και τοίχους ή πίσω από την απόσταση των χιλιομέτρων. Καμιά κουβέντα για το τι συνέβαινε όταν ήσουν ζωντανός. Γιατί αν δεν καταφέρει η λυπηρή σου ιστορία να φτάσει στην οθόνη του σπιτιού μας, για σένα αρμόδιοι είναι οι ειδικοί. Ό,τι στολή κι αν φοράνε. Εμείς γιατροί δεν είμαστε. Αλλά αν το κράτος, οι θεσμοί, η επιστήμη και η κοινωνία θεωρούν ότι αυτή η πραγματικότητα είναι υγιής, τότε εμείς είμαστε όλοι τρελοί!