“Κανείς μας δεν ζει. Είμαστε όλοι νεκροί.
Σταματήσαμε να ζούμε λίγο μετά τη γέννησή μας, όταν μας πήραν απ’ την αγκαλιά της μάνας μας, για να μας πετάξουν σε έναν λευκό θάλαμο, σαν σε κελί νεοεισερχομένων.
Όταν, από μικρούς, προσπαθούσαν να μας μάθουν “πώς να πετύχουμε στη ζωή μας”, “πώς να γίνουμε σημαντικοί για την κοινωνία”, πώς να ξεπουλήσουμε το τομάρι μας με τον ποιό ωφέλιμο, για μας, τρόπο, πώς να αδιαφορούμε για τα πάντα, πώς να κοιτάμε την πάρτη μας και μόνο.
Μέχρι και τον (φυσικό) μας θάνατο, περιφερόμαστε από το ένα κάτεργο στο άλλο. Από τα σχολικά κάτεργα στο πανεπιστήμιο, κι από ‘κει στα κάτεργα των αφεντικών. Ύστερα ίσως βιώσουμε τη συνθήκη του εγκλεισμού στην ποιό ολοκληρωτική της μορφή. Άλλοι ίσως βρεθούμε στα Διαβατά, άλλοι στο Δομωκό, στη Λάρισα, στον Κορυδαλλό. Η κοινωνία στην οποία ζούμε είναι μια τεράστια φυλακή. Και ως τέτοια πρέπει να την καταστρέψουμε.
Από την άλλη, υπάρχουν εκείνες οι στιγμές που μας κάνουν να νιώθουμε ποιό ζωντανοί από ποτέ. Σε εκείνες τις μικρές ανάσες ελευθερίας. Όταν σχεδιάζουμε την επόμενη εχθροπραξία. Όταν βλέπουμε τις μολότοφ να ανάβουν πριν από ένα πέσιμο. Όταν, συζητώντας με έναν σύντροφο, βλέπουμε στο πρόσωπό του ένα κομμάτι του εαυτού μας. Όταν ανάβουμε τα κεράκια ενός εμπρηστικού μηχανισμού, γιορτάζοντας μ’αυτόν τον τρόπο την παλιγγενεσία της ύπαρξής μας. Εκεί, μέσα απ’τους καπνούς των εμπρησμών κρατικών και καπιταλιστικών στόχων, εμείς παίρνουμε τις ανάσες αυτές που μας δίνουν δύναμη για να συνεχίσουμε να ελπίζουμε, για να συνεχίσουμε να πολεμάμε.”
Τα ξημερώματα της 18ης Ιούνη, επιτεθήκαμε με 30 βόμβες μολότοφ στη διμοιρία που φυλάει το τούρκικο προξενείο, στο κέντρο της θεσσαλονίκης.
Η δραση αυτή αποτελεί κομμάτι του πολύμορφου αναρχικοί αγώνα. Τέτοιου είδους δράσεις δεν μπορούμε να τις φανταστούμε απομονωμένες από τον συνολικότερο αγώνα ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Θεωρώντας προβληματικό το γεγονός ότι ορισμένες εξεγερτικές δράσεις μένουν ορφανές, δίχως να τις συνοδεύει κάποιο κείμενο, κρίνουμε σημαντική την ανάληψη ευθύνης από τα άτομα που τις πραγματώνουν, έστω κι αν τα χαρακτηριστικά της (ανάληψης) περιορίζονται σε ένα μινιμαρισμένο επίπεδο πολιτικής συμφωνίας.
Όσον αφορά τη δράση μας, νομίζουμε είναι ξεκάθαρο πως στόχος ήταν οι ματάδες, κι όχι το προξενείο. Δίχως να χρειάζεται κάποια συγκεκριμένη αφορμή, οι μπάτσοι θα αποτελούν πάντα στόχο για μας. Είτε στα σπίτια τους, είτε “εν ώρα υπηρεσίας”, οι επιθέσεις εναντίων τους θα είναι πάντα επίκαιρες, για να θυμούνται το τίμημα των επιλογών που έχουν κάνει στη ζωή τους. Σε μελλοντικό χρόνο, δεν αποκλείουμε το ενδεχόμενο επίθεσης στο προξενείο αυτό καθ’αυτό, μιας και το τούρκικο κράτος, με τη στάση του απέναντι σε αναρχικούς συντρόφους-αλλά και κομμουνιστές-, μπορεί να μας δώσει εύκολα μια αφορμή για να οπλιστούμε ξανά.
Κλείνοντας, αφιερώνουμε αυτή τη δράση σε όλους τους αναρχικούς αιχμαλώτους ανά τον κόσμο, σε όσους κρατούμενους έχουν δείξει μέσα στα χρόνια, με τη στάση τους, πως μας συνδέει ένας κοινός αξιακός κώδικας, σε όλους τους καταζητούμενους συντρόφους και σε όσους συνεχίζουν να βρίσκονται σε θέση επίθεσης απέναντι σε κράτος και κεφάλαιο.
ΝΑ ΟΞΥΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΕΧΘΡΟΠΡΑΞΙΕΣ, ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΥΠΑΡΧΟΝΤΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΧΑΟΣ
ΛΥΣΣΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
Πηγή: athens indymedia