Σχετικά με το αντιτρομοκρατικό νομοσχέδιο που αποσύρθηκε προς το παρόν από τη δημόσια διαβούλευση μετά από τη κατακραυγή στα social media.
Το ότι η κυβερνώσα αριστερά εφαρμόζει νεοφιλελεύθερες και συντηρητικές πολιτικές το έχουμε καταλάβει. Είναι όμως απορίας άξιο το κατά πόσο η δεξιά, προς το παρόν αντιπολίτευση, θα έχει μελλοντικά να εισφέρει κάτι νέο που να ταιριάζει με την ατζέντα της που να μην έχουν εφαρμόσει οι αριστεροί. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνει καθημερινά το γεγονός ότι η πολιτική φτωχοποίησης συμπορεύεται με την περιστολή ελευθεριών. Άλλωστε όταν καταδικάζουν εκατομμύρια στην φτώχια και το κοινωνικό αδιέξοδο, δε θα κολλήσουν πουθενά. Ας θυμηθούμε τα ενδεικτικά, μεταξύ πολλών άλλων, κατασταλτικά επεισόδια των ημερών διακυβέρνησής τους: τη φυλάκιση σε στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών μόνο γιατί διέσχισαν τα σύνορα, την πρώτη, μετά το 1995 μαζική εισβολή αστυνομίας σε πανεπιστημιακό άσυλο (Πρυτανεία 2015), τις πιο βαριές καταδίκες πολιτικών κρατούμενων, τον κατ’ επανάληψη βασανισμό για απόσπαση DNA (κατά παράβαση των νόμων τους), την ποινικοποίηση συγγενικών σχέσεων και τιμωρία συγγενών πολιτικών κρατουμένων, την απαγωγή και ανάκριση νηπίου, την συνεχιζόμενη απόπειρα εκκένωσης κατειλημμένων χώρων, την άρνηση άδειας σε πολιτικούς κρατούμενους, την πρόσφατη καταδίκη με βάση τη μερική ταύτιση δείγματος από μίγμα DNA (δηλαδή χωρίς κανένα στοιχείο).
Αυτά τα επεισόδια δεν τα χρεώνεται γενικά το κράτος και το κεφάλαιο αλλά και οι συγκεκριμένοι διαχειριστές της εξουσίας του. Φαίνεται ότι το δόγμα της τάξης και ασφάλειας, προνομιακό πεδίο της δεξιάς, βρίσκει τη θέση του στην ρητορική της κυβέρνησης. Έτσι προσαρμόζονται οι όποιες ιδεολογικές αντιρρήσεις την κοινωνικής βάσης της στην κρατική πραγματικότητα. Στην αλήθεια δηλαδή του ίδιου μηχανισμού που λειτουργεί απρόσκοπτα από την περίοδο του εμφυλίου, της χούντας, της μεταπολίτευσης μέχρι και σήμερα.
Ενός μηχανισμού που στελεχώνεται από συντηρητικά πρόσωπα κατά βάση ακροδεξιώνή και φασιστικών αντιλήψεων καθώς έτσι επιτάσσει το ίδιο το κράτος ως μηχανισμός εθνικής αφομοίωσης και ταξικής κυριαρχίας. Σε αυτή τη νόμιμη τρομοκρατική οργάνωση μέλη είναι οι γραφειοκράτες, οι εφοριακοί, οι μπάτσοι, οι δικαστικοί, οι εισαγγελείς, ο ανώτερος κλήρος και οι 300 βουλευτές, συνεπικουρούμενοι από δημοσιογράφους, και τους αρχηγικούς ρόλους μοιράζονται καναλάρχες, εφοπλιστές, βιομήχανοι και λοιποί ληστές του κοινωνικού πλούτου.
Η κυβέρνηση αυτή, στις πρώτες κιόλας μέρες της έδειξε σιδερένια πυγμή απέναντι στο αίτημα περί κατάργησης του αντιτρομοκρατικού νόμου που τέθηκε μεταξύ άλλων από πολιτικούς κρατούμενους στην μεγάλη απεργία πείνας του 2015. Όσο εύκολα συμφώνησε με τους διεθνείς τοκογλύφους στην άσκηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών άλλο τόσο εύκολα έπαιξε μέχρι τέλους με την ζωή των απεργών προκειμένου να διαφυλάξει αλώβητο ένα βασικό πυλώνα της καταστολής, αυτό των νομοθεσιών εξαίρεσης. Μέσω των νομοθεσιών εξαίρεσης (νόμοι 187, 187Α) δίνεται η ευχέρεια στην αστυνομία να δημιουργεί από το πουθενά εγκληματικές οργανώσεις με μηδενικά στοιχεία.
Καθημερινά δεκάδες περιπτώσεις το αποδεικνύουν καθώς άνθρωποι με μοναδικό κοινό μεταξύ τους πιθανόν κάποια τηλεφωνήματα ή έωλες μαρτυρίες τρίτων, προφυλακίζονται και τιμωρούνται με πολύχρονες ποινές. Έτσι γεμίζουν οι φυλακές ανθρώπους και το ποινικό σύστημα ρολάρει ανατροφοδοτούμενο. Το ίδιο εύκολο είναι να κατηγορηθεί κανείς με τον νόμο περί τρομοκρατικής οργάνωσης αρκεί να πληροί άλλα χαρακτηριστικά όπως η αναρχική κοσμοθεωρία ή και η φιλική ή συγγενική σχέση με διωκόμενους αγωνιστές, ανώνυμα τηλεφωνήματα κτλ. Η τελευταία περίπτωση της Ηριάννας Β.Λ. και ακόμη ενός ατόμου που φυλακίστηκαν χωρίς στοιχείο είναι χαρακτηριστική. Ταυτόχρονα οι επιβαρυμένες ποινές και καταδίκες αναρχικών χωρίς στοιχεία γίνονται υπόθεση ρουτίνας λόγω του αντιτρομοκρατικού νομοθετικού πλαισίου και όλου του παρελκόμενου μιντιακού θεάματος καθώς και λόγω της ειδικής βαρύτητας σε πολιτικό επίπεδο. Ο αντιτρομοκρατικός νόμος ορίζει το πλαίσιο της ευκολότερης καταδίκης προθέσεων και όχι μόνο πράξεων – πράγμα που υποτίθεται ότι κάνουν οι υπόλοιποι νόμοι.
Το τελευταίο, προς το παρόν, επεισόδιο στην ενδυνάμωση της καταστολής αποτελεί το προς ψήφιση σχέδιο νόμου που στη ζούλα προσπάθησαν να περάσουν καλοκαιριάτικα μέσα σε άσχετο νομοσχέδιο, πιθανώς γιατί ακόμη προσπαθούν να ισορροπήσουν σε δυο βάρκες, μια σε αυτή της λαϊκής βάσης που ξεμακραίνει και μια των αφεντικών που προσφέρει όλες τις ανέσεις.
Υπεύθυνη για την σύνταξή του είναι η εκ ΔΗΜΑΡ προερχόμενη Γενική Γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του υπουργείου δικαιοσύνης Μαρία Γιαννακάκη, η οποία παρεμπιπτόντως επέμεινε στη ψήφιση του μέχρι τελευταία στιγμή.
Το νέο σχέδιο νόμου προέβλεπε την ισχυροποίηση των νόμων 187 και 187Α περί εγκληματικής και τρομοκρατικής οργάνωσης, εισάγοντας μεταξύ άλλων και την έννοια της “διέγερσης σε τρομοκρατικές πράξεις” και την ποινικοποίηση της διοχέτευσης πληροφοριών και της εκπαίδευσης στη χρήση όπλων κλπ. Η πρώτη ρύθμιση ενδυναμώνει την ήδη υπάρχουσα περί “προτροπής και εγκωμιασμού τρομοκρατικών ενεργειών” που ποινικοποιεί το λόγο, την τόσο αγαπημένη για κάθε δημοκράτη έννοια της ελευθερίας έκφρασης. Ας θυμηθούμε ότι συντρόφισσες και σύντροφοι είχαν καταδικαστεί με βάση αυτό τον νόμο περί εγκωμιασμού τομοκρατικών πράξεων μετά την κατάληψη ραδιοσταθμού, οι οποίοι σε δεύτερο χρόνο και ύστερα από ανάδειξη του γεγονότος, απαλλάχτηκαν στο δεύτερο βαθμό. Η κυβέρνηση Τσίπρα φαίνεται ότι εμπνέεται, όσον αφορά την κατασταλτική διαχείριση, από το παράδειγμα του Ερντογάν.
Το τελευταίο ευχάριστο περιστατικό με τον πρώην πρωθυπουργό Παπαδήμο και το δέμα – έκπληξη, ανέδειξε τις απολυταρχικές τάσεις στο εξουσιαστικό μπλοκ, που τσιρίζοντας περισσότερο και από τον Άδωνη Γεωργιάδη απαιτούσαν την γενικευμένη περιστολή του δικαιώματος του λόγου. Πανικοβλήθηκε το εξουσιαστικό στρατόπεδο από το διάχυτο μίσος που εκφράστηκε, στα socialmedia κυρίως, προς το πρόσωπο του γρατζουνισμένου και ταπεινωμένου πρώην πρωθυπουργού καθώς στον ίδιο αναγνώρισαν δυνητικά τον εαυτό τους.
Η νεοφιλελεύθερη δημοκρατική δικτατορία που εδραιώνεται χρησιμοποιεί το πιο παλιό δοκιμασμένο μέσο, την βία και την τρομοκρατία. Οι εποχές που έκαιγαν βιβλία μπορεί να φαντάζουν μακρινές, αλλά δεν είναι, καθώς η λογοκρισία μέσω της ποινικής δίωξης αναρτήσεων στα socialmedia ή το κατέβασμα ολόκληρων ιστότοπων όπως εφαρμόζεται σε άλλα κράτη είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Η εξουσία κλυδωνίζεται και στην προσπάθεια να αποφύγει τον παραμικρό κλυδωνισμό που μπορεί να αποβεί μοιραίος παίρνει όλο και πιο αυταρχικά μέτρα.
Το νέο σχέδιο νόμου επιδιώκει να ισχυροποιήσει το νομικό οπλοστάσιο απέναντι στο αγωνιζόμενο κομμάτι της κοινωνίας και να εμπεδώσει τον φόβο σε όλο το κοινωνικό σώμα. Στο στόχαστρο δεν μπαίνουν μόνο όσοι μιλούν και πράττουν αλλά και όσοι εκδηλώνουν την συμπάθεια προς τις απελευθερωτικές πράξεις και τον λόγο . Όταν μια δήλωση, ένα σχόλιο, ένα σύνθημα, ένα ποίημα, ένα τραγούδι, οποιαδήποτε λεκτική έκφραση ενάντια στην κυριαρχία καταστέλλεται τότε μιλάμε για τον σύγχρονο ολοκληρωτισμό. Όσο συμβαίνει αυτό, οι δημοκρατικές μάσκες ευαισθησίας και δικαιωμάτων πέφτουν και η εξουσία οχυρώνεται πίσω από την ουσία της, δηλαδή την ωμή βία, θέτοντας την ως τελικό εμπόδιο στην επαναστατική προοπτική ως ελπίδα επιβίωσης των από τα κάτω.
Το κράτος επιβεβαιώνει την επαναστατική αλήθεια ότι ο λόγος και η πράξη βρίσκονται σε άμεση διαλεκτική σχέση, σε πείσμα της δημοκρατικής ιδεολογίας που δήθεν κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης και διώκει μόνο τις πράξεις. Οιεπαναστατικές πράξεις δεν καταστέλλονται από μόνες τους χωρίς την καταστολή και του επαναστατικού λόγου καθώς τα δύο αποτελούν τις όψεις του ίδιου νομίσματος. Η δίωξη του λόγου από το κράτος αποδεικνύει ότι αφενός οι επαναστατικές ιδέες έχουν υπολογίσιμο λαϊκό έρεισμα και αφετέρου πως υπάρχει συνέπεια λόγου και πράξης από την κοινωνική δυναμική που τις εκφράζει. Μπορεί οι διατάξεις αναβάθμισης του “τρομονόμου” να αποσύρθηκαν προσωρινά, σύμφωνα με δήλωση του υπουργού δικαιοσύνης, σίγουρα ομως θα επανέλθουν, καθώς πρόκειται για ευρωπαϊκή οδηγία, σύμφωνα με την ίδια δήλωση.
Ο νέος νόμος λογοκρισίας δεν πρέπει να περάσει, όταν θα προσπαθήσουν να τον επαναφέρουν, καθώς η απρόσκοπτη συνέχιση του επαναστατικού λόγου και πράξης είναι ο μόνος δρόμος για να οξύνουμε την αντιπαράθεσή μας με κράτος, κεφάλαιο και τους φορείς που τα εκφράζουν. Κάθε επίθεση σε όσα με αίμα έχουν κερδηθεί από μεριάς μας, χρειάζεται να απαντιέται με όλα τα διαθέσιμα μέσα. Για να μη βρεθούμε στη θέση να διεκδικήσουμε ξανά όσα μεχρι τώρα θεωρούσαμε αυτονόητα…
Κατάργηση όλων των νομοθεσιών εξαίρεσης (187, 187Α)
Πρωτοβουλία Φυλακισμένων Αναρχικών
Πηγή: athens.indymedia.org