Κάστερ Σεμένια – Νίκη ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις και στερεότυπα στον “αθλητισμό”

Καστέρ Σεμένια, μια γυναίκα αθλήτρια του στίβου που η διεθνής ομοσπονδία της Iaaf, ως επίσημος εκπρόσωπος του σεξισμού της κοινωνίας ευρύτερα, είχε βαλθεί να της αφαιρέσει την γυναικεία της ταυτότητα λόγω των υψηλών επιπέδων τεστοστερόνης στο σώμα της. Πρόσφατα δικαιώθηκε από το ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων με οριακή πλειοψηφία 4-3. Ακόμα και σε αυτή την διαδικασία, δηλαδή, λίγο ήθελε να μην δικαιωθεί.

Η Κάστερ Σεμένια αθλήτρια από την νότια αφρική, έγινε γνωστή το 2009, όταν σε ηλικία 18 ετών νίκησε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα στίβου στα 800μ στο βερολίνο. Λόγω όμως σεξιστικών και έμφυλων καταγγελίων για τα “αντρικά” χαρακτηριστικά της η ομοσπονδία της iaaf την ανάγκασε να υποβληθεί στις εξευτελιστικές εξετάσεις εξακρίβωσης φύλου “μιας και η ραγδαία άνοδός της δεν ήταν φυσιολογική”. Το παράπτωμα της ήταν να έχει υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης της, αποτέλεσμα του εκ γενετής υπερανδρογονισμού του οργανισμού της. Η απόλυτα σεξιστική ομοσπονδία της iaaf  της καταλόγισε “αθέμιτο πλεονέκτημα”, και την εκβίασε στην υποβολή “θεραπείας” για να μειώσει τα όρια της τεστοστερόνης της.

Η Σεμένια δεν δέχτηκε  και ξεκίνησε αγώνα ενάντια στην παγκόσμια ομοσπονδία του στίβου, διεκδικώντας το δικαίωμά της στην ελεύθερη συμμετοχή χωρίς όρους. Η απάντηση της iaaf ήταν ακόμα πιο μισάνθρωπη με την αλλαγή κανονισμών το 2018, οι οποίοι όριζαν στο μισό (5 nmol/λίτρο) τα ποσά τεστοστερόνης στις γυναίκες για να αγωνίζονται στα αθλήματα των 400, 800 και 1500 μέτρων, αναγκάζοντας την Σεμένια να αλλάξει αγώνισμα από αυτό των 800 μέτρων ή να ακολουθήσει “αγωγή” – παρέμβαση στο σώμα της και παρά την θέληση της , για να ρίξει τις τιμές της τεστοστερόνης.

Η απόφαση αυτή δεν είναι δικαίωση, είναι προσωπική νίκη στο αγώνα της Καστέρ Σεμένια ενάντια στη έμφυλα στερεότυπα και διακρίσεις στον αθλητισμό και στην κοινωνία ευρύτερα. Είναι  αγώνας για την ελευθερία στην συμμετοχή χωρίς όρους και ενάντια στις “καλαισθητικές παρεμβάσεις” προς χάρη του κέρδους τη βιομηχανίας του επαγγελματικού αθλητισμού και του “θεμιτού θεάματος” που πρέπει να προσφέρει.